«Ἐν τῷ κόσμῳ θλῖψιν ἕξετε· ἀλλὰ θαρσεῖτε, ἐγὼ νενίκηκα τὸν κόσμον». Ἰησοῦς Χριστός (Ἰωάν. ιστ΄33).

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ἀπόσταγμα Σοφίας. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ἀπόσταγμα Σοφίας. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 4 Ιανουαρίου 2023

Στὴν ἀρχὴ τοῦ ἔτους - Διονύσιος Ψαριανός Μητροπολίτης Σερβίων καί Κοζάνης

 



Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί,

Ἀπ’ ὅλες τὶς εὐχές, ποὺ μοιράζονται τώρα μὲ τὴν ἀνατολὴ τοῦ νέου ἔτους, ἡ πιὸ σωστὴ γιὰ μᾶς τοὺς χριστιανοὺς εἶναι ἡ δέηση τῆς Ἐκκλησίας. «Τὸν ὑπόλοιπον χρόνον τῆς ζωῆς ἡμῶν ἐν εἰρήνῃ καὶ μετάνοιᾳ ἐκτελέσαι». Ἡ πιὸ ἐπίκαιρη καὶ πιὸ ἀληθινὴ εὐχὴ εἶναι αὐτή, τὸ χρόνο τῆς ζωῆς μας ποὺ μᾶς μένει νὰ τὸν περάσουμε εἰρηνικὰ καὶ μετανοημένοι.

Ὅταν ἡ Ἐκκλησία λέη «ἐν εἰρήνῃ», δὲν ἐννοεῖ μόνο τὴν ἐξωτερικὴ πολιτικὴ εἰρήνη, ἀλλὰ πρῶτα καὶ πολὺ περισσότερο τὴν ἐσωτερικὴ καὶ ψυχική μας εἰρήνη, ἀπὸ τὴν ὁποία ἐξαρτᾶται καὶ ἡ εἰρήνη τοῦ κόσμου. Γιατί εἶναι ἀλήθεια πὼς ὁ κόσμος δὲν θὰ εἰρήνευση, ἂν δὲν εἰρηνεύσουν ἕνας-ἕνας οἱ ἄνθρωποι, ἀνοίγοντας εἴσοδο καὶ δεχόμενοι μέσα τους τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ.

Ὁ Θεὸς δὲν εἶναι ἔξω ἀπὸ τὸν κόσμο καὶ δὲν βλέπει ἀπὸ μακρυὰ τὴν πορεία τῶν ἀνθρωπίνων πραγμάτων. Καθὼς στὴν ἀρχὴ τῆς δημιουργίας τὸ Πνεῦμα του «ἐπεφέρετο ἐπάνω τῆς ἀβύσσου» (1), ἔτσι καὶ τώρα τὸ ἴδιο Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ εἶν’ ἐπάνω ἀπὸ τὸν κόσμο καὶ τὸν συντηρεῖ καὶ τὸν κυβερνᾶ. Ὄχι σὰν μοίρα ἤ σὰν τυφλὴ βία, ἀλλὰ ὁ θεῖος Λόγος ἐπάνω στὴν κτίση καὶ ἡ θεία Χάρη μέσα στοὺς ἀνθρώπους. Οὔτε στὴν τύχη βρέθηκε ὁ κόσμος οὔτε ἄσκοπη εἶναι ἡ πορεία του οὔτε ἄγνωστο εἶναι τὸ τέλος του.

Ἡ Ἐκκλησία ὁμιλεῖ γιὰ τὰ «ἐν ἀρχῇ» καὶ κηρύττει γιὰ τὰ «τέλη τῶν αἰώνων». Ἡ θεία Γραφή, ποὺ εἶναι ἡ ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ μέσα στὴν Ἐκκλησία, ὄχι μὲ τὴ γλώσσα τῆς ἐπιστήμης, ἀλλὰ μὲ τὸ πνεῦμα τῆς πίστεως, ὁμιλεῖ γιὰ τὴν ἀρχὴ καὶ γιὰ τὸ τέλος τοῦ κόσμου. «Πίστει νοοῦμεν κατηρτίσθαι τοὺς αἰῶνας ρήματι Θεοῦ…» (2), γράφει γιὰ τὴν ἀρχὴ ὁ Ἀπόστολος. Δηλαδή, μὲ τὴν πίστη βάζομε στὸ μυαλό μας πὼς οἱ κόσμοι δημιουργήθηκαν μὲ τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ. Καὶ γιὰ τὸ τέλος ἄλλος Ἀπόστολος γράφει· «οὐρανοὶ ροιζηδὸν παρελεύσονται, στοιχεῖα δὲ καυσούμενα λυθήσονται, καὶ γῆ καὶ τὰ ἐν αὐτῇ ἔργα κατακαήσεται» (3). Δηλαδὴ οἱ οὐρανοὶ θὰ ἐξαφανιστοῦν μὲ πάταγο καὶ τὰ φυσικὰ στοιχεῖα θὰ διαλυθοῦν ἀπὸ τὴ φωτιά, καὶ ἡ γῆ κι ὅλα τὰ ἔργα τῶν ἀνθρώπων ἐπάνω της θὰ καοῦν καὶ θὰ γίνουν στάχτη.

Τὸ τέλος αὐτό, ὄχι σὰν καταστροφὴ τοῦ κόσμου, ἀλλὰ σὰν ἀλλαγὴ καὶ μεταμόρφωση, θὰ μᾶς περάση «ἀπὸ τοῦ νῦν πρὸς τὸν μέλλοντα αἰῶνα», σὲ μία καινούργια καὶ ἀνέσπερη ἥμερα, τὴν ὄγδοη καὶ ἀτελεύτητη ἡμέρά τῆς δημιουργίας καὶ τῆς ἀνάστασης.

Κι ὅταν ἡ Ἐκκλησία στὴ δέηση γιὰ τὸν ὑπόλοιπο χρόνο τῆς ζωῆς μας λέη «ἐν μετάνοιᾳ», τοῦτο ἀκριβῶς ἐννοεῖ· νὰ εἲμαστ’ ἕτοιμοι περιμένοντας αὐτὸ τὸ τέλος, ἐπειδὴ δὲν ξέρομε πότε μᾶς ἔρχεται. Καὶ πάντως ὄχι τὸ τέλος τοῦ κόσμου, ἀλλὰ τὸ τέλος τοῦ βίου μας, ποὺ ἂν δὲν εἶναι τὸ τέλος τοῦ κόσμου, εἶναι τὸ δικό μας τέλος γιὰ τὸν κόσμο. Ὕστερα, καθὼς εἶπε ὁ Ἰησοῦς Χριστός, «ἔρχεται νὺξ ὅτε οὐδεὶς δύναται ἐργάζεσθαι» (4).

Ὅ,τι ἔχομε νὰ κάμωμε γιὰ τὸν ἑαυτό μας καὶ γιὰ τὴ σωτηρία μας θὰ τὸ κάμωμε τώρα, μέσα σ’ αὐτὴ τὴ διάρκεια τῆς ἐδῶ ὕπαρξής μας, ποὺ λέγεται βίος. Ὁ βίος αὐτὸς εἶναι μία πίστωση καὶ μία προθεσμία, ποὺ μᾶς παρέχεται γιὰ νὰ ἐργασθοῦμ’ ἐπάνω στὸ κεφάλαιο ποὺ μᾶς ἔδωκε ὁ Θεός, ποὺ εἶναι τὸ «κατ’ εἰκόνα», γιὰ νὰ κατορθώσουμε ὅσο μπορέσουμε τὸ «καθ’ ὁμοίωσιν», ποὺ θὰ εἶναι ἡ φιλοτιμία κι ὁ κόπος ὁ δικός μας.

Πολλοὶ ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους, ὄχι μόνο οἱ ἔξω ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, μὰ καὶ πολλοὶ ἀπὸ κείνους ποὺ λένε πὼς εἶναι χριστιανοί, δὲν τὰ σκέφτονται ἔτσι, ἀλλ’ ἀντίθετα πιστεύουν πὼς ὁ βίος κι ἡ ζωὴ μας εἶναι κάτι ἄλλο παρὰ εὐθύνη καὶ χρέος καὶ ἐργασία καὶ κόπος καὶ φιλότιμη προσπάθεια, γιὰ νὰ φτιάξουμε καὶ τὸν ἑαυτό μας καὶ τὸν κόσμο. Γιατί γι’ αὐτὸ ἤρθαμε, γιὰ νὰ φτιάξουμε, ἀρχίζοντας ἀπὸ τὸν ἑαυτό μας κι ἐπεκτείνοντας τὴν προσπάθειά μας ὅσο μποροῦμε πιὸ πολὺ καὶ στὰ γύρω μας.

Δὲν ἤρθαμε μόνο γιὰ νὰ πάρωμε ἀπὸ τὴ ζωή, ἀλλὰ καὶ γιὰ νὰ δώσουμε. Πρῶτα γιὰ νὰ δώσουμε κι ὕστερα γιὰ νὰ πάρωμε· ὁ πατέρας κι ἡ μάνα γιὰ τὰ παιδιά τους, ὁ ἀδελφὸς γιὰ τὸν ἀδελφό του, ὁ ἱερέας γιὰ τὸ ποίμνιό του, ὁ δάσκαλος γιὰ τοὺς μαθητές του, ὁ πολίτης γιὰ τὸν τόπο του, ὁ κυβερνήτης γιὰ τὴ χώρα του.

Στὸν καιρὸ μας φαίνονται σὰν καὶ νὰ ἔχουν ἀλλάξει οἱ ἀντιλήψεις τῶν ἀνθρώπων· ὅλοι ζητοῦν δικαιώματα κι ὅλοι θέλουν νὰ πάρουν, μὰ κανένας δὲν σκέφτεται τί δίνει, τί κάνει πρῶτα γιὰ τὸν ἑαυτό του, γιὰ νὰ γίνη καλύτερος, κι ὕστερα τί κάνει καὶ γιὰ τοὺς ἄλλους καὶ γιὰ τὸν τόπο του. Γιατί δὲν μπορεῖ νὰ γίνη ἀλλιῶς· στὴ ζωὴ δὲν εἴμαστε μόνοι μας οὔτε χωρὶς τόπο. Εἴμαστε μία κοινωνία ἀνθρώπων ἐπάνω σ’ ἕναν τόπο, ποὺ εἶναι τὸ χωριό μας, ἡ πόλη μας, ἡ πατρίδα μας. Τὰ πρόσωπα καὶ τὰ πράγματα εἴμαστε δεμένοι ἔτσι, ποὺ νὰ μὴν μπορῆ νὰ πῆ κανεὶς πὼς εἶναι μόνος του, ἀδέσμευτος κι ἀνεξάρτητος, ποὺ νὰ κάνει ὅ,τι θέλει καὶ τοῦ ἀρέσει.

Ὁ τρόπος αὐτός, μὲ τὸν ὁποῖο μιλᾶμε σήμερα στὴν πρώτη τοῦ νέου ἔτους, εἶναι ὁ τρόπος μὲ τὸν ὁποῖο πιστεύει καὶ ὁμιλεῖ ἡ Ἐκκλησία, ὅταν ἀπευθύνεται στὰ παιδιά της. Γιατί ὁ ποιμένας τῆς Ἐκκλησίας ἀπὸ αὐτὴν ἐδῶ τὴ θέση στὰ παιδιὰ τῆς Ἐκκλησίας, στοὺς χριστιανοὺς καὶ στοὺς πιστοὺς ὁμιλεῖ καὶ ἀπευθύνεται. Καὶ ὁ λόγος του δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι τίποτ’ ἄλλο παρὰ λόγος πίστεως, λόγος οἰκοδομῆς καὶ παράκλησης πρὸς τὸ λαὸ τοῦ Θεοῦ.

Δεχθῆτε λοιπόν, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ὅσα καὶ σήμερα ἔκρινε πὼς μποροῦσε νὰ πῆ ὁ ἐπίσκοπός σας. Δεχθῆτε τα ὄχι σὰν λόγια τυπικά, ποὺ λέγονται μόνο γιὰ νὰ λεχθοῦν οὔτε λόγια ποὺ θέλουν νὰ κάμουν κάποια ἐντύπωση, ἀλλὰ σὰν ρήματα ζωῆς, σὰν λόγο Θεοῦ, ἑρμηνευμένο μὲ ταπεινοσύνη καὶ ἀγάπη. Δεχθῆτε στὸ τέλος καὶ τὴν εὐχὴ τῆς Ἐκκλησίας καὶ εὔχεσθε καὶ σεῖς γιὰ μᾶς τοὺς ἱερεῖς σας, γιὰ νὰ ζήσουμε ὅλοι «τὸν ὑπόλοιπον χρόνον τῆς ζωῆς ἠμῶν ἐν εἰρήνῃ καὶ μετάνοιᾳ». Ἀμήν.

 Διονύσιος Ψαριανός 

Μητροπολίτης Σερβίων καί Κοζάνης

 

†ὁ Σ.Κ.Δ.

 

__________________________________________________________________________________

* Ἐλέχθη α. εἰς τὸν [Μητροπολιτικὸν] Ἱ. Ν. ἁγίου Νικολάου [Κοζάνης] τῇ 1ῃ Ἰανουαρίου 1982 β. ἐλέχθη ἐν τῷ αὐτῷ Ναῷ τῇ 1ῃ Ἰαν. 1983, γ. ἐλέχθη ἐν τῷ αὐτῷ Ναῷ τῇ 1ῃ Ἰαν. 1986.

Ὑποσημειώσεις
1. Γέν. 1,2.
2. Ἑβρ. 11,3.
3. Β\’ Πέτρ. 3,10.
4. Ἰω. 9,4.


Πρωτοχρονιά - Φώτης Κόντογλου

 

 

πιὸ φοβερὴ καὶ ἡ πιὸ ἀνεξιχνίαστη δύναμη στὸν κόσμο εἶναι ὁ Χρόνος, ὁ Καιρός. Καλὰ-καλὰ τί εἶναι αὐτὴ ἡ δύναμη δὲν τὸ ξέρει κανένας, κι ὅσοι θελήσανε νὰ τὴν προσδιορίσουνε, μάταια πασκίσανε. Τὸ μυστήριο τοῦ Χρόνου ἀπόμεινε ἀκατανόητο, κι ἂς μᾶς φαίνεται τόσο φυσικὸς αὐτὸς ὁ Χρόνος. Τὸν ἴδιο τὸν Χρόνο δὲ μποροῦμε νὰ τὸν καταλάβουμε τί εἶναι, ἀλλὰ τὸν νοιώθουμε μοναχὰ ἀπὸ τὴν ἐνέργεια ποὺ κάνει, ἀπὸ τὰ σημάδια ποὺ ἀφήνει πάνω στὴν πλάση. 

Ἡ μυστηριώδης πνοὴ του ὅλα τ’ ἀλλάζει. Δὲν ἀπομένει τίποτα σταθερό, ἀκόμα κι ὅσα φαίνονται σταθερὰ κι αἰώνια. Μία ἀδιάκοπη κίνηση στριφογυρίζει ὅλα τὰ πάντα, μέρα-νύχτα, κι αὐτὴ τὴν ἄπιαστη καὶ κρυφὴ κίνηση δὲ μπορεῖ νὰ τὴ σταματήσει καμμιὰ δύναμη. Τοῦτο τὸ πράγμα ποὺ τὸ λέμε Χρόνο, τὸ ἔχουμε συνηθίσει, εἴμαστε ἐξοικειωμένοι μαζί του, ἀλλιῶς θὰ μᾶς ἔπιανε τρόμος, ἂν εἴμαστε σὲ θέση νὰ νοιώσουμε καλὰ τί εἶναι καὶ τί κάνει. 

Ὅπως εἴπαμε, δουλεύει μέρα-νύχτα, αἰῶνες αἰώνων, ἀδιάκοπα, βουβά, κρυφά, κι ὅλα τ’ ἀλλάζει μὲ μία καταχθόνια δύναμη, ἄπιαστος, ἀόρατος, ἀνυπάκουος, τόσο, ποὺ νὰ τὸν ξεχνᾶ κανένας καὶ νὰ θαρρεῖ πὼς δὲν ὑπάρχει, αὐτὸς ποὺ εἶναι τὸ μόνο πράγμα ποὺ ὑπάρχει καὶ ποὺ δὲ μπορεῖ ἡ διάνοιά μας, μὲ κανέναν τρόπο, νὰ καταλάβει πὼς κάποτε δὲν θὰ ὑπάρχει, πὼς θὰ καταστραφεῖ, πὼς θὰ λείψει. Πῶς, ἀφοῦ αὐτὸ τὸ «κάποτε» εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Χρόνος; Πῶς μπορεῖ νὰ φανταστεῖ κανένας πῶς κάποτε θὰ πάψει νὰ ὑπάρχει αὐτὸ τὸ ἴδιο τὸ «κάποτε»;

Ἂν λείψει ὁ Χρόνος θὰ λείψουνε ὅλα τὰ πάντα. Αὐτὸς τὰ γεννᾶ, κι αὐτὸς πάλι τὰ λυώνει, τὰ κάνει θρύψαλα, καὶ τὰ ἐξαφανίζει. Γι’ αὐτὸ οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες λέγανε στὴ Μυθολογία τους πώς ὁ Κρόνος, δηλαδὴ ὁ Χρόνος, ἔτρωγε τὰ παιδιά του. Γέννηση, μεγάλωμα, φθορὰ καὶ θάνατος εἶναι τ’ ἀκατάπαυστα ἔργα του. Ἐνῶ βρίσκεται γύρω μας, ἀπάνω μας, μέσα μας, δὲν τὸν νοιώθουμε ὁλότελα, αὐτὸν τὸν ἀκατανόητο ἄρχοντά μας, αὐτὸν πού εἶναι φίλος κι ἐχθρός μας, γιατί αὐτὸς μᾶς φέρνει ὅλα τὰ καλὰ πού μᾶς χαροποιοῦνε, κι ὅλα τὰ κακὰ πού μᾶς πικραίνουνε. 

Μᾶς δίνει τὴ γέννηση, τὴ γλυκειὰ λέξη τῆς ζωῆς, τὴ χαρὰ τῆς νιότης, τὴ δύναμη τῆς ἀντρείας, μᾶς δωρίζει παιδιά, ἐγγόνια, ἔργα λαμπρὰ πού μᾶς ξεγελοῦνε, κάθε λογῆς εὐχαρίστηση κι ἀνάπαψη. Καὶ πάλι, ὁ ἴδιος μᾶς δίνει τὶς στενοχώριες, τὶς θλίψεις, τοὺς πόνους, τὶς ἀρρώστειες, τὸ ἀπίστευτο ἄλλαγμα καὶ χάλασμα τοῦ κορμιοῦ μας καὶ τῶν ἔργων, πού κοπιάσαμε νὰ τὰ κάνουμε, καὶ στὸ τέλος μᾶς ποτίζει τὸ φαρμάκι ἀπὸ τὸ ἴδιο ποτήρι πού μᾶς πότισε τὸ γλυκὸ κρασὶ τῆς χαρᾶς, δίνοντάς μας τὸν θάνατο, σ’ ἐμᾶς καὶ στοὺς δικούς μας.

Ὤ! ποιὸς θὰ πιάσει αὐτὸν τὸν κλέφτη, ποὺ μέρα-νύχτα, χειμώνα καλοκαίρι, τὴν ὥρα ποὺ κοιμόμαστε καὶ τὴν ὥρα ποὺ εἴμαστε ξυπνητοί, ἀδιάκοπα, χωρὶς νὰ σταματήσει μήτε ὅσο ἀνοιγοκλείνει τὸ μάτι μας, τριγυρίζει παντοῦ, ὁλόγυρά μας, μέσα μας, στὸ φῶς καὶ στὸ σκοτάδι, μπαίνει σὲ κάθε μέρος, στὸν οὐρανὸ ποὺ γυρίζουνε τ’ ἄστρα καὶ στὰ καταχθόνια, σὲ κάθε στεριὰ καὶ σὲ κάθε θάλασσα, σὲ κάθε τρύπα, σὲ κάθε ζωντανὸ κι ἄψυχο, σὲ κάθε ἁρμὸ τοῦ βράχου, σὲ κάθε καρδιά, κι ὅλα τὰ παλιώνει, τὰ τρίβει σὰν τὴ μυλόπετρα, τὰ κάνει σκόνη· καὶ πάλι ἀπὸ τὴν ἄλλη μεριὰ ὁ ἴδιος φτιάνει κάθε λογῆς κτίσμα καὶ κάθε πλάσμα, κάθε κορμί, κάθε τί ποὺ ὑπάρχει σὲ τοῦτον τὸν κόσμο!

Ὅπως λοιπὸν ὅλα τὰ πάντα, ἔτσι κι ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι εἴμαστε παίγνια στὰ χέρια αὐτοῦ τοῦ ἀκαταμάχητου γίγαντα, ποὺ εἶναι μαζὶ εὐεργέτης μας καὶ τύραννός μας. Καὶ δεχόμαστε τὸ ποτήρι ποὺ μᾶς κερνᾶ μὲ τὸ ʼνα χέρι του καὶ ποὺ ʼναι γεμάτο γλυκὸ κρασί, καὶ πίνουμε, καὶ τ’ ἄλλο ποτήρι ποὺ κρατᾶ στ’ ἄλλο χέρι του καὶ ποὺ ἔχει μέσα τὸ πικρὸ φαρμάκι. Τί εἶναι λοιπὸν αὐτὸ τὸ σκληρὸ παιχνίδι πού παίζει μ’ ἐμᾶς αὐτὸ τὸ τέρας, ποὺ δὲν ἔχει μήτε μορφή, μήτε φωνή, μήτε τίποτα ἀπ’ ὅ,τι ἔχουνε ὅσα πλάσματα γεννᾶ καὶ σκοτώνει, καὶ πού τὸ παίζει δίχως νὰ γελᾶ, μήτε νὰ κλαίει, ἀδιάφορος κι ἀνέκφραστος, κρύος σὰν φάντασμα, αὐτὸς ὁ ἴδιος πού ἀνάβει τὴ φλόγα τῆς ζωῆς;

Ἀλλοίμονο! Αὐτὴ τὴν ἄσπλαχνη μυλόπετρα ποὺ τ’ ἀλέθει ὅλα στὸν κόσμο, τὴ γιορτάζουμε κάθε πρωτοχρονιά, καὶ τὴ φχαριστοῦμε γιὰ ὅσα μᾶς ἔκανε πρίν, καὶ γιὰ ὅσα θὰ μᾶς κάνει ὕστερα, γιὰ τὰ πολλὰ κακὰ ποὺ θὰ πάθουμε ἀπ’ αὐτή, κοντὰ στὰ λίγα καλὰ ποὺ θὰ μᾶς φέρει καὶ ποὺ θὰ μᾶς τὰ πάρει βιαστικά. Ἐμεῖς εἴμαστε σὰν τοὺς δυστυχισμένους κατάδικους ποὺ καλοπιάνουνε τὸν δήμιό τους, σὰν τοὺς μονομάχους τῆς Ρώμης ποὺ χαιρετούσανε τὸν Καίσαρα, πρὶν νὰ σφάξει ὁ ἕνας τὸν ἄλλον, κράζοντάς του: «Χαῖρε, ὢ Καίσαρ, οἱ μελλοθάνατοι σὲ χαιρετοῦνε»! Ἔτσι, κ ἐμεῖς, χαιρετᾶμε τὸν καινούριο Χρόνο ποὺ θὰ μᾶς πάει πιὸ κοντὰ στὸ στόμα του γιὰ νὰ μᾶς φάγει, καὶ χοροπηδᾶμε καὶ τραγουδᾶμε οἱ δύστυχοι, σὰν τὰ σαλιγκάρια τοῦ Αἰσώπου, τὴν ὥρα ποὺ ψηνόντανε.

Τοῦτος ὁ ὑλικὸς κόσμος εἶναι τὸ βασίλειο τοῦ Χρόνου, ποὺ τὸν κάνει ν’ ἀνθίζει καὶ νὰ μαραίνεται ἀδιάκοπα. Ἡ φθορὰ εἶναι ὁ σκληρὸς νόμος ποὺ ἔβαλε ἀπάνω του τοῦτος ὁ τύραννος. Μ’ αὐτὴ τὴν ἄσπαστη ἁλυσίδα βαστᾶ καὶ τὸν ἄνθρωπο, σκλάβο ἀνήμπορον κάτω ἀπὸ τὰ πόδια του.

Μόνο μία ἐλπίδα ὑπάρχει γι’ αὐτόν, νὰ γλυτώσει ἀπὸ τὴ φθορά: ὁ Χριστός, ὁ λυτρωτής, ὁ καθαιρέτης τῆς φθορᾶς. Ἐκεῖνος ποὺ πάτησε τὸν θάνατο καὶ ποὺ εἶπε: «ὁ πιστεύων εἰς ἐμὲ κἄν ἀποθάνη ζήσεται. Ἐγὼ εἰμι ὁ ἄρτος ὁ ζῶν, ὁ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβάς. Ἐὰν τις φάγη ἐκ τούτου τοῦ ἄρτου, ζήσεται εἰς τὸν αἰώνα»!

 ΦΩΤΗΣ ΚΟΝΤΟΓΛΟΥ

Πηγή: imaik.gr 

Σάββατο 31 Δεκεμβρίου 2022

«Καί νέ­ον ἔ­τος ἀ­ριθ­μεῖ.­.­.». Ἡ μορφή καί ἡ προσωπικότητα τοῦ Μεγάλου Βασιλείου - Μοναχὸς Μω­ϋ­σῆς Ἁγιορείτης


Τήν Πρω­το­χρο­νιά ἡ Ἐκ­κλη­σί­α μας ἑ­ορ­τά­ζει καί τή μνή­μη τοῦ με­γά­λου Βα­σι­λεί­ου. Τέ­λει­ος με­τα­ξύ τῶν τε­λεί­ων, ὀ­νο­μά­σθη­κε πα­νε­πι­στή­μο­νας, ἰα­τρός, φι­λό­σο­φος, θε­ο­λό­γος, νο­μι­κός, ἀσ­ρο­νό­μος, φυ­σι­κός, μα­θη­μα­τι­κός, ρή­το­ρας, ἐ­πί­σκο­πος, ἀ­σκη­τής, δι­δά­σκα­λος, συγ­γρα­φέ­ας, φι­λό­πτω­χος, ἀ­σθε­νής, δυ­να­τός, φω­τι­σμέ­νος. Ὁ ἅ­γιος Γρη­γό­ριος ὁ Να­ζι­αν­ζη­νός τόν ὀ­νο­μά­ζει «σπου­δαι­ό­τε­ρο τῶν ἀν­θρώ­πων τοῦ αἰ­ῶ­νος του».

Γεν­νή­θη­κε στήν Και­σά­ρεια τῆς Καπ­πα­δο­κί­ας τό 330 ἀ­πό γο­νεῖς εὔ­πο­ρους κι εὐ­παί­δευ­τους. Πρό­κει­ται γιά ἁ­γί­α οἰ­κο­γέ­νεια. Ἡ μη­τέ­ρα του Ἐμ­μέ­λεια κι ἡ ἀ­δελ­φή του Μα­κρί­να γί­νον­ται μο­να­χές. Ὁ ἀ­δελ­φός του Ναυ­κρά­τιος μο­να­χός. Τ’ ἀ­δέλ­φια του Πέ­τρος καί Γρη­γό­ριος κι ὁ ἴ­διος γί­νον­ται ἐ­πί­σκο­ποι.

Στήν Ἀ­θή­να πού σπου­δά­ζει μέ τό φί­λο του, με­τέ­πει­τα ἐ­πί­σκο­πο Γρη­γό­ριο τόν Θε­ο­λό­γο, δύ­ο μό­νο δρό­μους ἤ­ξε­ραν, τῆς ἐκ­κλη­σί­ας καί τῆς σχο­λῆς. Τή ρη­το­ρι­κή τέ­χνη ἀ­σκεῖ γιά λί­γο καί σύν­το­μα ἀ­πο­τρα­βι­έ­ται στήν ἐ­ρά­σμια ἡ­συ­χί­α τοῦ Πόν­του, ὡς μο­να­χός, πρός συ­νε­χή με­λέ­τη καί ὕ­μνη­ση τοῦ ὀ­νό­μα­τος τοῦ Θε­οῦ. Ὅ­ταν ἡ Ἐκ­κλη­σί­α τόν κα­λεῖ, πού κιν­δύ­νευ­ε ἀ­πό τήν ἀ­ρει­α­νι­κή αἵ­ρε­ση, πρό­θυ­μα τήν ἀ­κο­λου­θεῖ κι ἄ­ξια κα­θί­στα­ται ἐ­πί­σκο­πος Και­σά­ρειας.

Ἀ­λη­θι­νός ποι­μέ­νας, κα­τηρ­τι­σμέ­νος κι ἐ­νά­ρε­τος, σο­φός καί τα­πει­νός, ἀ­γέ­ρω­χος κι ἀ­κού­ρα­στος, φι­λό­θε­ος καί φι­λάν­θρω­πος, ὑ­πο­μο­νε­τι­κός καί φι­λά­σθε­νος. Ὁ θά­να­τος τόν βρῆ­κε ἐρ­γα­ζό­με­νο καί προ­σευ­χό­με­νο τήν 1.1.379, στήν ἡ­λι­κί­α τῶν 49 ἐ­τῶν. Ὁ βο­η­θη­μέ­νος πο­λύ πι­στός λα­ός δί­και­α ἦ­ταν ἀ­πα­ρη­γό­ρη­τος. Ὁ Μ. Βα­σί­λει­ος πράγ­μα­τι τήν πρά­ξη βρῆ­κε ὡς θε­ω­ρί­ας ἐ­πί­βα­ση. Σπά­νιος ἐκ­κλη­σι­α­στι­κός κή­ρυ­κας, ἄ­φθα­στος θε­ο­λό­γος, ποι­μέ­νας, πα­τέ­ρας καί δι­δά­σκα­λος κα­τα­πλη­κτι­κός, δρα­στή­ριος, δι­ορ­γα­νω­τι­κός, προ­νο­η­τι­κός κι ἀ­συμ­βί­βα­στος. Τό με­γά­λο ἔρ­γο του ἔ­χει βά­ση τή με­λέ­τη, τήν προ­σευ­χή, τή βι­ω­μα­τι­κή ἐμ­πει­ρί­α, ἀ­π’ ὅ­που λαμ­βά­νει τήν ἔμ­πνευ­ση. Ὑ­πέρ πο­τέ ἄλ­λο­τε σή­με­ρα ἡ Ἐκ­κλη­σί­α μας ἔ­χει με­γά­λη τήν ἀ­νάγ­κη τέ­τοι­ων φλο­γε­ρῶν ὅ­σο καί νη­φά­λι­ων ποι­μέ­νων.

Ὁ ἐ­πί­και­ρος ἑ­ορ­τα­στι­κός δι­ά­κο­σμος τόν θέ­λει τόν ἅ­γιο γέ­ρον­τα ἀ­σπρο­μάλ­λη, πα­χου­λό, ρο­δο­κόκ­κι­νο, μέ γοῦ­νες καί κόκ­κι­να κι ἄ­σπρα ροῦ­χα, ὅ­πως τά χρώ­μα­τα τῆς κό­κα κό­λα. Ὅ­μως δι­ό­λου δέν εἶ­ναι αὐ­τός ὁ ἅ­γιος Βα­σί­λει­ος. Ὁ ἅ­γιος ἦ­ταν ἰ­σχνός κι ὠ­χρός, ἀ­πό τήν ἄ­σκη­ση καί τήν ἀ­σθέ­νεια, μό­λις πού ἄρ­χι­ζαν ν’ ἀ­σπρί­ζουν τά γέ­νεια του, ἀ­φοῦ ἐ­κοι­μή­θη μό­λις 49 ἐ­τῶν, καί τά ροῦ­χα του, ὅ­ταν δέν ἱ­ε­ρουρ­γοῦ­σε, ἦ­ταν σκου­ρό­χρω­μα, ἁ­πλά, λι­τά καί κα­θα­ρά. Ὁ φορ­τω­μέ­νος δῶ­ρα σύγ­χρο­νος Ἁ­η – Βα­σί­λης εἶ­ναι φερ­μέ­νος ὄ­χι ἀ­πό τήν ἁ­γι­ο­τρό­φο Ἀ­να­το­λή ἀλ­λά ἀ­πό τή Δύ­ση τῆς εὐ­μά­ρειας καί τῆς κα­λο­πέ­ρα­σης, ἀ­πό τή Β. Εὐ­ρώ­πη, κι εἶ­ναι ὁ Σάν­τα Κλά­ους, πού ἀ­να­φέ­ρε­ται στόν ἅ­γιο Νι­κό­λα­ο, κι ἀν­τι­λαμ­βά­νε­σθε τή σύγ­χυ­ση.­.. Ἔ­τσι, ὁ ἀ­σκη­τής ἐ­πί­σκο­πος με­τα­τρέ­πε­ται σέ χα­μο­γε­λα­στό παπ­πού, πού μοι­ρά­ζει δῶ­ρα μέ­σα στά χι­ό­νια μ’  ἕλ­κυ­θρα καί ὁ πραγ­μα­τι­κός γί­νε­ται φαν­τα­στι­κός, γιά νά ἱ­κα­νο­ποι­ή­σει προ­γράμ­μα­τα πλή­ρους ἐμ­πο­ρευ­μα­το­ποι­ή­σε­ως τῶν ἑ­ορ­τῶν, ὄ­χι μέ ψυ­χα­γω­γί­α τῶν ἀρ­γι­ῶν, ἀλ­λά μέ δι­α­σκέ­δα­ση, τα­ξί­δια, φα­γη­τά, λι­χου­δι­ές καί φῶ­τα, κι ὁ ἄν­θρω­πος κι ὁ Ἕλ­λη­νας Ὀρ­θό­δο­ξος νά μέ­νει ἀ­νε­όρ­τα­στος, μέ Χρι­στού­γεν­να δί­χως Χρι­στό, μέ πολ­λά φῶ­τα ἀλ­λ’ ὄ­χι ἐ­σώ­τα­το φω­τι­σμό, καί νά ση­κώ­νε­ται ἀ­πό τό τρα­πέ­ζι πά­λι πει­να­σμέ­νος καί δι­ψα­σμέ­νος, καί νά ἄγ­χε­ται καί στήν ἔ­ναρ­ξη τοῦ νέ­ου ἔ­τους καί νά σκέ­φτε­ται πῶς θά πε­ρά­σει ἕ­να ἔ­τος ἀ­κό­μη.­..

Στά καπ­πα­δο­κι­κά κά­λαν­τα ψάλ­λε­ται: «Καί νέ­ον ἔ­τος ἀ­ριθ­μεῖ, ἡ τοῦ Χρι­στοῦ Πε­ρι­το­μή, κι ἡ μνή­μη τοῦ Ἅ­γίου καί Με­γά­λου Βα­σι­λεί­ου. Τοῦ χρό­νου μας κα­λή ἀρ­χή καί ὁ Χρι­στός μᾶς προ­σκα­λεῖ, τήν κα­κί­α ν’ ἀρ­νη­θῶ­μεν μ’ ἀ­ρε­τάς νά στο­λι­σθῶ­μεν, νά ζῶ­μεν βί­ον τέ­λει­ον κα­τά τό εὐ­αγ­γέ­λιον, μέ ἀ­γά­πην καί εἰ­ρή­νην καί μέ τήν δι­και­ο­σύ­νην». Ὁ ἅ­γιος Βα­σί­λει­ος ἄς πρε­σβεύ­ει. Σᾶς τό εὔ­χο­μαι ἐγ­κάρ­δια.

 Μοναχὸς Μω­ϋ­σῆς Ἁγιορείτης

 Πηγή: meteoronlithopolis.gr

Δευτέρα 7 Νοεμβρίου 2022

Ποῖος ἐνίκησε τὸν Διάβολον; - Ὅσιος Ἰωσὴφ ὁ Ἡσυχαστὴς

 


... Διὰ τοῦτο πρῶτον πάντων τὸ "γνῶθι σαὐτόν". Ἤγουν νὰ γνωρίσῃς τὸν ἑαυτόν σου, ὁποῖος εἶσαι. Ὁποῖος εἶσαι τῇ ἀληθείᾳ, ὄχι ὁποῖος νομίζεις ἐσὺ ὅτι εἶσαι. Μὲ τὴν γνῶσιν αὐτὴν γίνεσαι ὁ σοφώτερος τῶν ἀνθρώπων.


Μὲ τοιαύτην ἐπίγνωσιν καὶ εἰς ταπείνωσιν ἔρχεσαι καὶ χάριν λαµβάνεις παρὰ Κυρίου. Εἰ δὲ καὶ δὲν ἀποκτήσεις αὐτογνωσίαν, ἀλλ ὑπολογίζεις εἰς µόνον τὸν κόπον σου, γνώριζε ὅτι πάντοτε μακρὰν τῆς ὁδοῦ θὰ εὑρίσκεσαι. Διότι δὲν λέγει ὁ Προφήτης: "ἰδέ, Κύριε, τὸν κόπον µου", ἀλλὰ "Ἰδέ, λέγει, τὴν ταπείνωσίν µου καὶ τὸν κόπον µου". Ὁ κόπος εἶναι διὰ τὸ σῶμα, ἡ ταπείνωσις διὰ τὴν ψυχήν· καὶ πάλιν τὰ δύο ὁμοῦ, κόπος καὶ ταπείνωσις, δι ὅλον τὸν ἄνθρωπον.

Ποῖος ἐνίκησε τὸν Διάβολον; Αὐτὸς ποὺ ἐγνώρισε τὴν ἰδίαν ἀσθένειαν, τὰ πάθη καὶ ἐλαττώματα, ὅπου ἔχει. Ὁ φοβούμενος νὰ γνωρίσῃ ἑαυτὸν, αὐτὸς μακρὰν τῆς γνώσεως μένει καὶ ἄλλο τίποτε δὲν ἀγαπᾷ παρὰ νὰ βλέπῃ µόνον λάθη στοὺς ἄλλους καὶ νὰ τοὺς κρίνῃ. Αὐτὸς δὲν βλέπει εἰς ἄλλους χαρίσµατα, ἀλλὰ µόνον, ἐλαττώματα· δὲν βλέπει εἰς ἑαυτὸν ἑλαττώματα, παρὰ µόνον χαρίσματα. Καὶ τοῦτο εἶναι ἀληθῶς τὸ ὑστέρημα ὅπου πάσχοµεν ἡμεῖς οἱ ἄνθρωποι τοῦ ὀγδόου αἰῶνος· ὅπου δὲν ἀναγνωρίζομεν ὁ εἷς τοῦ ἑτέρου τὸ χάρισμα. Ὁ ἕνας ὑστερεῖται πολλά, μὰ οἱ πολλοὶ τὰ ἔχουσιν ὅλα. Αὐτὸ ὅπου ἔχει ὁ ἕνας δὲν τὸ ἔχει ὁ ἄλλος. Καί, ἄν ἀναγνωρίζωμεν τοῦτο, πολλὴ ταπείνωσις γίνεται. Καθότι τιμᾶται καὶ δοξάζεται ὁ Θεός, ὅστις ποικιλοτρόπως ἐστόλισε τοὺς ἀνθρώπους καὶ ὑπέδειξεν ἀνισότητα εἰς ὅλα του τὰ δημιουργήµατα. Ὄχι καθώς πασχίζουν οἱ ἀσεβεῖς νὰ φέρουν ἰσότητα ἀνατρέποντες τὴν θείαν Δημιουργίαν. Ὁ Θεὸς τὰ πάντα ἐν σοφίᾳ ἐποίησεν.

Ὅθεν, τέκνον µου, τώρα ποὺ εἶναι ἀρχὴ φρόντισε νὰ γνωρίσῃς τὸν ἑαυτόν σου καλῶς, διὰ νὰ βάλῃς θεμέλιον στερεὸν τὴν ταπείνωσιν. Φρόντισε νὰ µάθῃς τὴν ὑπακοήν, νὰ ἀποκτήσῃς τὴν εὐχήν.

Τὸ "Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με" ἄς εἶναι ἡ ἀναπνοή σου.

Μὴ ἀφήνῃς τὸν νοῦν σου ἀργὸν, διὰ νὰ μὴ διδαχθῇς τὰ κακά. Μὴ ἀφήνεσαι νὰ κυττάζῃς τὰς ἑλλείψεις τῶν ἄλλων, διότι, χωρὶς νὰ τὸ ἐννοῇς, θὰ εὑρίσκεσαι συνεργὸς τοῦ πονηροῦ καὶ ἀπρόκοπος εἰς τὸ ἀγαθόν. Μὴ συµµαχῇς ἐν ἀγνοίᾳ μὲ τὸν ἐχθρὸν τῆς ψυχῆς σου.

Ὡς πολυµήχανος ὁ ἐχθρὸς γνωρίζει καλῶς νὰ κρύπτεται πίσω ἀπὸ τὰ πάθη καὶ τίς ἀδυναμίες.
Ὁπότε διὰ νὰ κτυπήσῃς αὐτόν, πρέπει νὰ πολεμήσῃς, νὰ θανατώσῃς τὸν ἑαυτόν σου -- ὅλα τὰ πάθη.
Ὅταν ὁ παλαιὸς ἄνθρωπος ἀποθάνῃ, τότε θὰ καταργηθῇ ἡ δύναμις τοῦ ἐχθροῦ καὶ ἀντικειμένου.
Δὲν εἶναι ἡμῶν ἡ πάλη πρὸς ἄνθρωπον, ὅπου τυχὸν ἡμπορεῖς νὰ τὸν θανατώσῃς µυριοτρόπως, ἀλλὰ εἶναι πρὸς τὰς ἀρχὰς καὶ ἐξουσίας τοῦ σκότους. Δὲν πολεμοῦνται μὲ γλυκὰ καὶ λουκούµια, ἀλλὰ μὲ δακρύων ὀχετούς, μὲ πόνον ψυχῆς ἕως θανάτου, μὲ ἄκραν ταπείνωσιν καὶ ὑπομονήν. Νά τρέχῃ αἷμα ἀπὸ ὑπερκόπωσιν τῆς εὐχῆς. Νὰ πέφτῃς ᾿βδοµάδες ἐξηντλημένος ὡς βαρειὰ ἀσθενής. Καὶ νὰ μὴν παραιτῆσαι τῆς µάχης, ἕως νὰ νικηθοῦν καὶ ὑποχωρήσουν οἱ δαίµονες. Ὁπότε λαμβάνεις ἐλευθερίαν παθῶν.

Καὶ λοιπόν, τέκνον µου, βίασε σεαὐτὸν ἐξ ἀρχῆς νὰ εἰσέλθῃς διὰ τῆς στενῆς πύλης· διότι µόνη αὐτὴ εἰσάγει εἰς τὴν εὐρυχωρίαν τοῦ Παραδείσου. Κόπτε καθ᾽ ἡμέραν καὶ ὥραν τὸ θέλημά σου καὶ μὴ ζητῇς ἄλλην ὁδὸν πλὴν αὐτῆς. Αὐτὴν ἐπεριπάτησαν οἱ πόδες τῶν ὁσίων Πατέρων. Ἀποκάλυψον καὶ σὺ πρὸς Κύριον τὴν ὁδόν σου καὶ αὐτὸς σὲ ὁδηγήσει. Ἀποκάλυψον εἰς τὸν Γέροντα τοὺς λογισμούς σου καὶ αὐτὸς σὲ θεραπεύει. Μὴ κρύψῃς ποτὲ λογισµόν σου, διότι ἐντὸς αὐτοῦ εὑρίσκεται κεκρυµµένη ἡ πονηρία τοῦ διαβόλου· ἐν τῷ λέγειν ἀφανίζεται. Μὴ ἀποκαλύψῃς σφάλμα ἑτέρου, εἰς δικαίωσιν ἐδικήν σου, διότι εὐθὺς ἡ χάρις ἀποκαλύπτει τὰ ἰδικά σου, ὅπου μέχρι τοῦ νῦν σὲ ἐσκέπαζεν. Ὅσον ἐσὺ ἐν ἀγάπῃ σκεπάζεις τὸν ἀδελφόν, τοσοῦτον ἡ χάρις θάλπει καὶ φυλάττει σε ἀπὸ συκοφαντίας ἀνθρώπων.

Διὰ δὲ τὸν ἄλλον ἀδελφὸν ὅπου λέγεις, φαίνεται ὅτι ἔχει ἀνεξομολόγητες ἁμαρτίες, ἐπειδὴ ἐντρέπεται νὰ τὲς εἰπῇ εἰς τὸν Γέροντα. Καὶ διʼ αὐτὸ λαμβάνει χώραν ὁ πειρασμός. Ὅμως πρέπει νὰ διορθώσῃ αὐτὸ τὸ ἄτοπον. Διότι χωρὶς ἐξομολόγησιν καθαρὰν ὁ ἄνθρωπος δὲν καθαρίζεται. Καὶ εἶναι κρῖμα νὰ ἐμπαίζεται ἀπὸ τὸν δαίμονα. Εἰς τὸ βάθος εἶναι κρυμμένος ἐγωϊσμός. Ὁ Κύριος νὰ φωτίσῃ νὰ ἔλθῃ εἰς αἴσθησιν.
Σὺ εὔχου καὶ ἔχε ἀγάπην εἰς αὐτὸν καὶ εἰς πάντας· πλὴν φύλαττε σεαὐτὸν ἀπὸ πάντων.

Πάντως τώρα ποὺ εἰσῆλθες στὸ στάδιον ἔχεις νὰ δοκιµάσῃς πολλῶν εἰδῶν πειρασμοὺς καὶ ἑτοιμάζου νὰ κάµῃς ὑπομονήν. Λέγε διαρκῶς τὴν εὐχὴν καὶ ὁ Κύριος θὰ σὲ βοηθήσῃ μὲ τὴν χάριν Του. Δὲν εἶναι ποτὲ οἱ πειρασμοὶ, τῆς χάριτος ἰσχυρότεροι.

 

 Ὅσιος Ἰωσὴφ ὁ Ἡσυχαστὴς 

 

 Πηγές: Ἔκφρασις Μοναχικῆς Ἐμπειρίας
Γέροντος Ἰωσήφ
Ἔκδοσις Ἱερᾶς Μονῆς Φιλοθέου

&

 orthodoxfathers.com

Παρασκευή 4 Νοεμβρίου 2022

Ὁ Ἅγιος Ἰωαννίκιος ὁ Μέγας εἶπε στὸν Θεόφιλο τὸν εἰκονομάχο:

 


«Ὅποιος δὲν ἀποτίει

τὴν ὁφειλόμενη τιμὴ στὶς εἰκόνες

 τοῦ Χριστοῦ, τῆς Θεοτόκου καὶ τῶν ἁγίων, 

δὲν θὰ μπορέσει νὰ γίνει δεκτὸς 

στὴ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν, 

ἀκόμη κι ἂν ἔζησε 

μιὰ κατὰ τὰ ἄλλα ἐνάρετη ζωή.  

Ὅπως ἀκριβῶς ὅσοι περιφρονοῦν 

τὴν δική σου εἰκόνα, βασιλέα, 

τιμωροῦνται αὐστηρά, 

τὸ ἴδιο καὶ ὅσοι ἐμπαίζουν 

τὴν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ  

θὰ ριφθοῦν στὸ αἰώνιο πύρ». 


Ἅγιος Ἰωαννίκιος ὁ Μέγας 

 

Πηγή: Νέος Συναξαριστὴς τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, «Ἴνδικτος»,Τόμος Γ',  σελ. 47-48.


Πέμπτη 3 Νοεμβρίου 2022

Ἀγάπη, Ταπείνωση, Καλωσύνη - Ὅσιος Γαβριὴλ ὁ διὰ Χριστὸς Σαλὸς


  

Στοὺς ἐσχάτους καιροὺς 

τοὺς ἀνθρώπους θὰ τοὺς σώσουν 

ἡ ἀγάπη, 

ἡ ταπείνωση καὶ

ἡ καλωσύνη.  

Ἡ καλωσύνη ἀνοίγει τὶς πύλες

τοῦ Παραδείσου, 

ἡ ταπείνωση ὁδηγεῖ μέσα σ’ αὐτόν, 

ἀλλὰ ἡ ἀγάπη ἐμφανίζει τὸν Θεό.

 

Ὅσιος Γαβριὴλ ὁ διὰ Χριστὸς Σαλός 

 

Πηγή: impantokratoros.gr 

 

 

 

 

 

Σάββατο 15 Οκτωβρίου 2022

Ἐρωτήσεις - ἀπαντήσεις περὶ κατηχήσεως

 


 

 

- Τί εναι ρθόδοξη Κατήχηση;
ρθόδοξη Κατήχηση εναι διδασκαλία τς κκλησίας μας γιά τήν πίστη μας, πού πρέπει λοι ο χριστιανοί νά γνωρίσουμε, γιά νά γίνουμε συνειδητοί χριστιανοί καί νά εαρεστήσουμε τόν Θεό.

 - Ποιά ε
ναι ννοια τς λέξης «Κατήχηση;»
λέξη «Κατήχηση» σημαίνει «διδασκαλία», προφορική διδασκαλία. Καί χρησιμοποιήθηκε λέξη ατή , πό τά χρόνια τν γίων ποστόλων, γιά νά δηλώσει τήν στοιχειώδη διδασκαλία τς χριστιανικς πίστεως, πού εναι ναγκαία γιά κάθε χριστιανό (βλ. Λουκ. 1, 4. Πράξ. 18, 25). Εναι δέ πλασμένη λέξη πό κενο πού συνέβη τήν Πεντηκοστή. Κατά τήν Πεντηκοστή ρθε πό τόν ορανό, πό πάνω πρός τά κάτω «χος», σάν σχυρή βοή νέμου καί γέμισε λο τό σπίτι, που ταν συγκεντρωμένοι ο μαθητές (βλ. Πράξ. 2, 2). πό ατές τίς λέξεις, «κάτω» «χος», γινε λέξη «Κατήχηση».

- Τί χρειάζεται γιά νά γίνουμε συνειδητοί χριστιανοί καί νά ε
αρεστήσουμε τόν Θεό;
Χρειάζεται Κατήχηση. Γιά νά ε
αρεστήσουμε τόν Θεό χρειάζεται κατά πρτον νά χουμε γνώση τοληθινο Θεο καί σωστή πίστη σ’ Ατόν· καί δεύτερον, πράγμα πού πορρέει πό τό πρτο, ζωή μας νά χει ργα καλά σύμφωνα μέ τήν πίστη μας.

- Γιατί ε
ναι ναγκαία πίστη;
Γιατί,
πως τό λέει λόγος το Θεο, «χωρίς τήν πίστη εναι δύνατο νά εαρεστήσουμε τόν Θεό» (βρ. 11, 6).

- Τί ε
ναι πίστη;
Κατά τόν
ρισμό τοποστόλου Παύλου, πίστη εναι «λπιζομένων πόστασις, πραγμάτων λεγχος ο βλεπομένων» (βρ. 11, 1). Δηλαδή, πίστη εναι κλόνητη πεποίθηση στήν πραγματική παρξη γαθν πού λπίζουμε· εναι βεβαιότητα γιά πράγματα πού δέν βλέπονται μέ τά μάτια. Πίστη εναι πόλυτη μπιστοσύνη στο Θεό καί χι πλς παραδοχή τι πάρχει Θεός. Πίστη στό Θεό σημαίνει νά μπιστευόμαστε πόλυτα σ’ Ατόν. Πίστη λοιπόν εναι θερμή γάπη καί ρωτας στόν ησο Χριστό! , πως τό λέει γιος ωάννης Δαμασκηνός, πίστη εναι κοινωνία μέ τήν παράδοση, πως ατή βιώνεται στήν ρθόδοξη κκλησία. ντίθετα, ατός πού κοινωνε μέ τά ργα το διαβόλου καί χι μέ τήν παράδοση τς κκλησίας μας, εναι πιστος.


-Ποιά εναι τά εδη τῆς πίστεως;
μία πίστη εναι «ξ κος»· εναι πίστη πού προλθε πό τήν κοή. κροατής κουσε να κήρυγμα καί δέχθηκε τήν διδασκαλία το Χριστο. Δέν σώζει μως ατή πίστη. Δέν ρκε δηλαδή γιά τήν σωτηρία τό νά παραδεχθε κάποιος μόνο τι πάρχει Θεός νά πιστέψει μόνο ς ληθινά τά δόγματα τς πίστης μας. Ατή εναι μία πίστη πλ ψιλή. Πρέπει ατή «πίστη ξ κος» νά γίνει «πίστη κ θεωρίας». Νά βάλει δηλαδή στήν καρδιά του τήν ξ κος πίστη του καί ατή νά το διαποτίσει λο τό εναι του καί νά τήν βιώνει στήν καθημερική του ζωή μέ θεάρεστα στόν Θεό ργα. Διαφορετικά πίστη του θά το εναι νεκρά, γιατί δελφόθεος άκωβος λέγει: «Πίστις χωρίς τν ργων νεκρά στί» (ακ. 2,26). νθρωπος σώζεται μέ τήν «πίστη κ θεωρίας», μέ κείνη δηλαδή τήν πίστη πού τόν βοηθάει νά ζητάει μέ θέρμη τόν Θεό καί νά καθαρίζει τήν καρδιά του πό τά πάθη και τις ἀδυναμίες του, στε νά τοποκαλύπτονται τά μυστήρια τς θεολογίας.

 

Πηγή: imkifissias.gr 

Παρασκευή 14 Οκτωβρίου 2022

Ἀντιμετώπιση πειρασμῶν

 



Για τήν ἀντιμετώπιση κάθε πειρασμοῦ καί κάθε δαιμονικῆς ἐπιθέσεως ἄς χρησιμοποιοῦμε τήν προσευχή, καταφεύγοντας στήν προστασία τοῦ Θεοῦ. 

 

Πολύ δυνατή καί ἀποτελεσματική εἶναι ἡ ἀδιάλειπτη ἐπίκληση: «Ὁ Θεός εἰς τήν βοήθειάν μου πρόσχες· Κύριε, εἰς τό βοηθῆσαί μοι σπεῦσον» (Ψαλμ. 69:2). Αὐτή ἡ σύντομη προσευχή εἶναι ἕνα ἀπόρθητο τεῖχος. 

 

Στή μάχη μέ τούς ἀόρατους ἐχθρούς μας ἄς χρησιμοποιοῦμε καί τά πνευματικά ὅπλα, τά ὁποῖα μᾶς προτείνει ὁ ἀπόστολος Παῦλος: τήν πίστη σάν ἀσπίδα, τήν ἀγάπη σάν θώρακα, τήν ἐλπίδα τῆς σωτηρίας σάν περικεφαλαία καί τόν λόγο τοῦ Θεοῦ σάν ξῖφος (βλ. Ἐφ. 6:16-17. Α' Θεσ. 5:8). 


Ἐπίσης, ἄς μελετᾶμε συνεχῶς τίς Ἅγιες Γραφές· ἄς ταπεινώνουμε μέ τήν ἄσκηση τό σῶμα, κάνοντας μέ προθυμία ἀγρυπνίες καί νηστεῖες, ὥστε ὁ λογισμός μας νά περιφρονεῖ τά γήινα καί νά ἀσχολεῖται μέ τά οὐράνια.

 

Πηγή:  orthodoxfathers.com

Κυριακή 9 Οκτωβρίου 2022

Τί εἶναι χριστιανική ἀρετή;

 

 

Χριστιανικὴ ἀρετὴ εἶναι 

ἡ ἐλεύθερη καὶ διαρκὴς 

προσπάθεια τῆς ψυχῆς 

γιὰ τὴν τήρηση, 

μὲ τὴ βοήθεια τῆς θείας χάρης, 

τῶν εὐαγγελικῶν ἐντολῶν, 

ἀπὸ ἀγάπη στὸν Θεό, σύμφωνα 

μὲ τὴ διδασκαλία καὶ τὸ παράδειγμα 

τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. 

Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος λέει: 

«Χριστιανὸς εἶναι ἐκεῖνος ποὺ 

καὶ στὰ λόγια 

καὶ στὰ ἔργα 

καὶ στὴ σκέψη 

μιμεῖται τὸν Χριστό, 

ὅσο αὐτὸ εἶναι δυνατὸ στὸν ἄνθρωπο, 

καὶ πιστεύει στὴν Ἁγία Τριάδα 

ὀρθὰ καὶ ἄμεμπτα.»


Γέρων Εὐστάθιος Γκολοβάνσκι 

 

Πηγή: Ἀπαντήσεις σὲ ἐρωτήματα Χριστιανῶν, «Ἱερὰ Μονὴ Παρακλήτου», σελ. 110.




Παρασκευή 7 Οκτωβρίου 2022

Τὸ σχολεῖο τῆς σοφίας - Ἀρχιμανδρίτης Κλεόπας Ἡλίε

 

 


 

Ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ εἶναι 

τὸ σχολεῖο τῆς σοφίας. 

Ὅποιος ἔχει φόβο Θεοῦ 

φθάνει στὴν μεγαλύτερη φιλοσοφία. 

Ἡ πιὸ ἀνώτερη ἀρετη, 

ποὺ διδάσκει τὸν ἄνθρωπο 

κάθε καλή πράξη, 

εἶναι ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ. 

Ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ εἶναι 

ἡ μεγαλυτέρα σοφία. 


Ἀρχιμανδρίτης Κλεόπας Ἠλίε


Πηγή: Ἀφυπνιστικὲς Ἑλπιδοφόρες καὶ Σωτήριες Ἀλήθειες ποὺ δὲν πρέπει νὰ άγνοοῦμε, «Ὀρθόδοξος Κυψέλη», σελ. 80.

Τρίτη 4 Οκτωβρίου 2022

Ποιά εἶναι ἡ ὁδὸς; - Ἀββᾶς Ἀμμωνᾶς

 


 

Ρωτήθηκε ὁ Ἀββᾶς Ἀμμωνᾶς, 

ποιά εἶναι ἡ ὁδὸς 

«ἡ στενὴ καὶ τεθλιμμένη».  

Καὶ ἀποκρίθηκε καὶ εἶπε: 

«Ἡ ὁδὸς ἡ στενὴ καὶ τεθλιμμένη 

αὐτὴ εἶναι: 

τὸ νὰ βιάζη τινὰς τοὺς λογισμούς του 

καὶ νὰ κόβη, 

γιὰ χάρη τοῦ Θεοῦ, 

τὸ δικό του θέλημα. 

Καὶ αὐτό σημαίνει ἡ φράση: 

«Ἰδοὺ ἡμεῖς ἀφήκαμεν πάντα 

καὶ ἡκολουθήσαμέν σοι». 

 

Ἀββᾶς Άμμωνᾶς

 

Πηγή: Εἶπε Γέρων, «Ἀστήρ», σελ. 42. 


Δευτέρα 3 Οκτωβρίου 2022

Γιά τήν πνευματική ἀγάπη - Ἅγιος Θεόληπτος Φιλαδελφείας

 



 

 

1.-. Θά ἤθελα νά ὑμνήσω τήν ἀρετή τῆς ἀγάπης, ἀλλά τό μεγαλεῖο της δέν μπορεῖ μέ λόγια νά περιγραφεῖ. Γιατί αὐτή, ἡ πιό σπουδαία ἀνάμεσα σ’ ὅλες τίς ἄλλες ἀρετές, ὡς κεφαλή τῶν καλῶν, μπορεῖ νά κατανοηθεῖ μόνον ἐμπειρικά, ὅταν, δηλαδή, τήν λειτουργεῖ κανείς καί τή βιώνει ὡς προσωπικό κτῆμα του. Γι’ αὐτό καί τή θαυμάσια αὐτή ἀρετή τῆς ἀγάπης τήν γνωρίζουν ὅσοι ἀξιώθηκαν νά βαδίσουν τόν δρόμο της.
Τήν ἀγάπη πολλοί τήν περιγράφουν μέ λόγια, ἀλλά μόνο ἐκεῖνοι πού τήν ἔχουν κάνει κτῆμα τῆς καρδιᾶς τους, τήν ἐμφανίζουν μέ τά θεάρεστα ἔργα τους. Αὐτοί οἱ δεύτεροι εἶναι πολύ περισσότερο ἄξιοι θαυμασμοῦ. Παρόλο, ὅμως, πού ἡ μεγάλη ἀξία τῆς ἀρετῆς τῆς ἀγάπης ὑπερβαίνει τίς δυνατότητες τοῦ λόγου μου, θά τολμήσω νά τήν ἐξυμνήσω μέ συντομία, γιά νά παρακινήσω πολλούς ὥστε νά τήν ἐγκολπωθοῦν καί νά τή λειτουργήσουν.

2.-. Ἡ ἀγάπη, ἀγαπητές Ἀδελφές μου, εἶναι ἔργο πού συντελεῖται στήν ψυχή, θερμαίνει τήν καρδιά, φωτίζει τόν νοῦ, ἐνεργοποιεῖ τή διάνοια πρός μελέτη τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ καί διεγείρει ὅλες τίς ψυχοσωματικές δυνάμεις πρός ἐργασία τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ.
Τό δῶρο τῆς ἀγάπης τό ἔχει χαρίσει ὁ Θεός στόν ἄνθρωπο ἀπό τή στιγμή τῆς δημιουργίας του. Αὐτήν ἔλαβε ὁ ἄνθρωπος καί τή φόρεσε ὡς στολή πανέμορφη καί εὐπρεπέστατη, ἀλλά ὁ ληστής τῶν ψυχῶν μας, ὁ διάβολος, τήν ξέσχισε καί ἄφησε τόν ἄνθρωπο γυμνό καί καταντροπιασμένο.

3.-. Ἀκοῦστε, ὅμως, πῶς ὁ χιτώνας τῆς ἀγάπης ξεσχίζεται, ἀλλά καί πῶς περισώζεται.
Ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἀγαπᾶ μέ ὅλη τήν καρδιά του τόν Θεό καί κάνει τό θέλημά Του, τότε ὅλη ἡ ἀγάπη τῆς ψυχῆς παραμένει ἀδιαλώβητη, ἐπειδή ὅλη ἡ ἀγαπητική δύναμή της παραμένει στόν Θεό. Τότε ἡ ψυχή εἶναι λαμπροφορεμένη μέ τήν ὀμορφιά τῆς ἀγάπης, σάν μέ πορφύρα ντυμένη, καί ἡ θέα της μοιάζει μέ αὐτήν τῆς χρυσόφτερης περιστερᾶς. Ἀλλά, ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἀρχίζει νά ἀγαπᾶ τό χρυσάφι καί τό ἀσήμι, τούς πολύτιμους λίθους καί κάθε ἄλλον ἐπίγειο θησαυρό ἤ ἀκόμα καί τήν ποικιλία τῶν ἀπολαυστικῶν τροφῶν, τή ζωή στήν ὑπηρεσία τῆς θνητῆς σάρκας καί τήν ἐφήμερη ἀνθρώπινη δόξα, καί ἔτσι παραδώσει σέ ὅλα αὐτά τήν ἀγαπητική δύναμη τῆς ψυχῆς του, τότε ὁ χιτώνας τῆς ἀγάπης ξεσχίζεται καί γίνεται χίλια κομμάτια.
Ὅταν ἡ ἀγαπητική δύναμη τῆς ψυχῆς κατατεμαχιστεῖ καί παραδοθεῖ στίς ἀγάπες αὐτοῦ τοῦ κόσμου, τότε ὁ ἄνθρωπος γυμνώνεται καί γίνεται ἐλεεινό θέαμα. Ὅπως, ὅταν κανείς ξεσχίσει τό ἔνδυμα κάποιου, τόν ἀφήνει ἀκάλυπτο καί ἔκθετο, ὥστε νά γίνει πασιφανής ἡ σωματική ἀσχήμια του, ἔτσι ἀκριβῶς κάνει καί ὁ διάβολος. Ἁρπάζει τήν καλή ἐπιθυμία πού ἔχει βάλει ὁ Θεός στόν ἄνθρωπο κατά τή δημιουργία του, τήν κατακερματίζει καί τή διασκορπίζει στή μέριμνα τῶν πραγμάτων αὐτοῦ τοῦ κόσμου, ἀπογυμνώνει τήν ψυχή ἀπό τή δύναμη τῆς θεάρεστης ἀγάπης καί τήν ἀφήνει ἀκάλυπτη ἀπό τή σκέπη καί τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ.

4.-. Τήν ἀλήθεια τοῦ ὅτι ἐκεῖνος πού δέν ἀγαπᾶ τόν Θεό, στερεῖται καί τή βοήθειά Του, τήν κάνει φανερή ἕνα τροπάριο πού ψάλλουμε στήν Ἐκκλησία μας. Σ’ αὐτό, ἡ ψυχή πού νιώθει ὅτι εἶναι γυμνή ἀπό τίς ἀρετές καί πτωχή ἀπό ἀγάπη, βλέποντας τήν ἀσχήμια της καί πενθώντας γιά τήν ἐλεεινότητά της, λέει: «Τόν νυμφώνα Σου βλέπω, Σωτήρα μου, καταστολισμένο, ἀλλά δέν ἔχω ἔνδυμα κατάλληλο γιά νά εἰσέλθω σ’ αὐτόν. Λάμπρυνέ μου τή στολή τῆς ψυχῆς».
«Βλέπω, Σωτήρα μου», λέει ὁ Ὑμνωδός, «τόν νυμφώνα τῆς δικῆς Σου βοήθειας γεμάτο εὐλογία καί καθετί καλό, ἀλλά δέν ἔχω τό ἔνδυμα τῆς ἀγάπης, γιά νά μπῶ στό φρούριο τῆς βοήθειας πού Ἐσύ παρέχεις. Γι’ αὐτό, Ἐσύ πού χαρίζεις τό φῶς, λάμπρυνέ μου τή διάνοια μέ τή στολή τῆς δικῆς Σου ἀγάπης. Καί σῶσε με, ὥστε καταστολισμένος πλέον μέ τήν ἀγάπη νά ἀξιωθῶ νά ἐπιτύχω τή σωτηρία μου».

5.-. Αὐτήν τήν ἀγάπη θέλει νά φυτεύσει πάλι στίς καρδιές τῶν ἀνθρώπων ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ. Γι’ αὐτό ἦλθε στή γῆ καί τήν ψυχή, πού ὁ διάβολος εἶχε κατακομματιάσει στίς ἀγάπες καί στήν ἐπιθυμία τοῦ κόσμου, τήν μάζεψε καί τήν συνέρραψε. Ἔτσι, ἀκέραια καί τέλεια τήν ἀνύψωσε στήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, τῆς ξαναφόρεσε τήν πρώτη στολή της καί τῆς ἔδωσε τήν ἀρχέγονη ὡραιότητά της.
Γι’ αὐτό ἀκριβῶς ὁ Κύριος λέει: «Ἦλθα νά βάλω φωτιά ἐπάνω στή γῆ. Καί τί περισσότερο θέλω, ἄν τώρα κιόλας ἔχει ἀνάψει;». Νομίζω πώς ὁ Κύριος μέ τή λέξη «φωτιά» ἐννοεῖ τήν ἀγάπη, τήν ὁποία εἶχε σβήσει ὁ διάβολος, ἀλλά τήν ἄναψε πάλι ὁ Χριστός μέ τήν ἅγια ζωή Του καί μέ τίς ἀξιοσέβαστες ἐντολές Του. Ἡ ἀγάπη εἶναι συνώνυμη μέ τόν Χριστό καί εἶναι γνώρισμα Ἐκείνου, ὁ Ὁποῖος λέει: «’Από αὐτό θά ἀναγνωρίζουν ὅλοι ὅτι εἴσαστε μαθητές μου, ἄν, δηλαδή, ἀγαπᾶτε ὁ ἕνας τόν ἄλλο».

6.-. Ἡ πληθώρα τῶν ἁμαρτιῶν ἀφανίζει τήν ἀγάπη. «Ἐπειδή», λέει ὁ Κύριος, «θά πληθύνει ἡ ἁμαρτία στόν κόσμο, θά ψυχρανθεῖ ἡ ἀγάπη τοῦ μεγαλύτερου μέρους τῆς ἀνθρωπότητας». Γιατί, ὅπως ἡ συσσώρευση τοῦ νεροῦ σαπίζει τούς καρπούς στή γῆ, ἔτσι καί τό πλῆθος τῶν ἁμαρτιῶν ἐξαλείφει ἀπό τήν ψυχή τά κινήματα τῆς ἀγάπης.

7.-. Ἀπ’ αὐτήν τήν ἀγάπη πληγώθηκε ὁ μεγάλος ἀπόστολος Παῦλος καί εἶπε: «Θά εὐχόμουν νά χωριστῶ ἀπό τόν Χριστό γιά πάντα, γιά χάρη τῶν ἀδελφῶν καί τῶν κατά σάρκα συγγενῶν μου». Αὐτή εἶναι ἡ φύση καί ἡ ποιότητα τῆς ἀγάπης. Ὅπως τό κερί λιώνει ἀπό τή φωτιά καί γίνεται φῶς πού φωτίζει ὅποιον τό κρατάει ἀναμμένο, ἔτσι εἶναι καί ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Ὅταν αὐτή κατοικεῖ στήν ψυχή καί κατακαίει τήν καρδιά, διαπερνᾶ μέ τή θερμότητά της ὁλόκληρη τήν ὕπαρξη καί ἐμπνέει τό σῶμα, ὥστε νά κοπιάζει καί νά ριψοκινδυνεύει γιά χάρη τῆς σωτηρίας τῶν ἀνθρώπων.

8.-. Αὐτῆς τῆς ἀγάπης τή σπίθα διαπίστωσα καί στή δική μου ψυχή. Ἀπʼ αὐτόν τόν σπινθήρα ἄναψε μέσα μου φωτιά καί παρέβλεψα τή δική μου ζωή. Πέρασα θάλασσες, ποτάμια καί ἀπόκρημνα βουνά. Καταβασάνισε τό σῶμα μου ὁ βαρύς χειμώνας, ἀλλά, παρόλα αὐτά, ἡ ἀγάπη πού γλύκαινε τήν ψυχή μου, μοῦ ἔδινε δύναμη καί θάρρος, ὥστε νά ὑπομένω ὅλα αὐτά τά θλιβερά καί ἐπώδυνα. Αὐτά, ἀσφαλῶς, ἦταν κατόρθωμα τῆς θερμῆς ἀγάπης μου πρός ἐσᾶς, ἡ ὁποία ἁπάλυνε τόν χειμώνα τῶν πειρασμῶν πού μέ περίμεναν κατά τό ταξίδι. Τί, λοιπόν, ἐπιζητοῦσα νά σᾶς προσφέρω; Ἤθελα νά σᾶς ἀπαλλάξω ἀπό τίς θλίψεις πού σᾶς βασάνιζαν καί νά σᾶς ἐπιβεβαιώσω τήν ἀγάπη μου πρός ἐσᾶς, καθώς καί τή φροντίδα καί τό ἐνδιαφέρον μου γιά τή σωτηρία σας.

9.-. Ὁ καρπός, λοιπόν, κάθε ἀνθρώπου γνωρίζεται ἀπό τό ὅλο ἦθος καί τίς σχέσεις μέ τούς συνανθρώπους του. «Ἀπό τούς καρπούς τους», λέει ὁ Κύριος, «θά τούς ἀναγνωρίσετε». Γιατί, ὅπως, ὅταν βλέπουμε τούς καρπούς, ἀναγνωρίζουμε ποιά εἶναι τά καλά καί ποιά τά ἄρρωστα δένδρα, ἔτσι ἀκριβῶς ἀναγνωρίζουμε τίς φιλάνθρωπες καί τίς φιλόθεες ψυχές καί θεωροῦμε τούς λόγους τους ἀξιόπιστους καί ἀληθινούς, ἐπειδή αὐτοί εἶναι στηριγμένοι στήν Ἁγία Γραφή καί ἐκφέρονται ὡς καρπός τῆς προσωπικῆς ἐμπειρίας τους.

10.-. Γι’ αὐτό, νά μήν παρασύρεσθε ἀπό τόν ἄνεμο τῶν λόγων τοῦ κάθε ψευδοδιδασκάλου γιατί ἔτσι διώχνετε ἀπό τή ζωή σας τήν Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, χωρίζοντας τόν ἑαυτό σας ἀπό τήν Ἐκκλησία καί χάνοντας τόν καιρό σας σέ ἀνόητες καί ἀργόσχολες συναναστροφές. Μέ βαθιά ἐμπιστοσύνη ἡ μία στήν ἄλλη, ἑνωμένες καί ὁμόφρονες, μήν παραλείπετε νά ὑμνεῖτε ἀδιάλειπτα τόν Κύριο πού μᾶς ἀγάπησε, μᾶς ἐξαγόρασε μέ τό Τίμιο Αἷμα Του καί μᾶς ἕνωσε ὅλους σέ μία ποίμνη καί μία Ἐκκλησία.
Γιατί σ̓ Αὐτόν πρέπει κάθε δόξα, τιμή καί προσκύνηση, τώρα καί πάντοτε καί στούς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

 

Ἅγιος Θεόληπτος Φιλαδελφείας

 

Πηγή: imaik.gr

Σάββατο 1 Οκτωβρίου 2022

Ὀκτώβριος: Καλό σας μήνα!

 



Κάθε ἔργον ἀγαθόν, 

ποὺ μὲ τὰς φυσικὰς δυνάμεις ἐνεργοῦμεν, 

ἔχει ὡς ἀποτέλεσμα 

τὴν ἀναίρεση τοῦ ἐναντίου κακοῦ.

Αὐτὸ ὅμως, χωρὶς τὴν χάριν, 

δὲν δύναται νὰ προσθέσῃ ἁγιασμόν.  

 

Ὅσιος Μᾶρκος ὁ ἀσκητής

 

Πηγή: Πάντα πώλησον Μᾶρκον ἀγόρασον,  «Ἱ.Ἡ. Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, Κουφάλια Θεσσαλονίκης», σελ.76.

Σάββατο 24 Σεπτεμβρίου 2022

Πολὺ μᾶς ἀγαπᾶ ὁ Κύριος - Ὅσιος Σιλουανὸς ὁ Άθωνίτης

 


Τὸν πρῶτο χρόνο τῆς ζωῆς μου στὸ Μοναστήρι, γνώρισε ἡ ψυχή μου τὸν Κύριο μὲ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα.

Πολὺ μᾶς ἀγαπᾶ ὁ Κύριος· αὐτὸ τὸ ἔμαθα ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ποὺ μοῦ ἔδωσε ὁ Κύριος κατὰ τὸ μέγα Του ἔλεος.

Ἐγήρασα καὶ ἑτοιμάζομαι γιὰ τὸ θάνατο, καὶ γράφω τὴν ἀλήθεια γιὰ χάρη τοῦ λαοῦ.

Τὸ Πνεῦμα τοῦ Χριστοῦ, ποὺ μοῦ ἔδωσε ὁ Κύριος, θέλει νὰ σωθοῦν ὅλοι, νὰ γνωρίσουν ὅλοι τὸν Θεό.

Ὁ Κύριος ἔδωσε στὸν λῃστὴ τὸν παράδεισο· ἔτσι θὰ δώσει τὸν παράδεισο καὶ σὲ κάθε ἁμαρτωλό. Ἐγὼ ἤμουν χειρότερος καὶ ἀπὸ ἕνα βρωμερὸ σκύλο, ἐξαιτίας τῶν ἁμαρτιῶν μου· σὰν ἄρχισα ὅμως νὰ ζητῶ συγχώρεση ἀπὸ τὸν Θεό, Αὐτὸς μοῦ ἔδωσε ὄχι μόνο τὴ συγχώρεση, ἀλλὰ καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, καὶ ἔτσι μὲ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα γνώρισα τὸν Θεὸ .

Βλέπεις ἀγάπη ποὺ ἔχει ὁ Θεὸς γιὰ μᾶς; Ποιός, στ᾿ ἀλήθεια, θὰ μποροῦσε νὰ περιγράψει αὐτὴ τὴν εὐσπλαγχνία;

Ἀδελφοί μου, πέφτω στὰ γόνατα καὶ σᾶς παρακαλῶ. Πιστεύετε στὸ Θεό, πιστεύετε ὅτι ὑπάρχει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ποὺ μαρτυρεῖ γιὰ τὸν Θεὸ σὲ ὅλους τοὺς ναούς μας καὶ στὴν ψυχή μου.

Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι ἀγάπη. Καὶ ἡ ἀγάπη αὐτὴ πλημμυρίζει ὅλες τὶς ψυχὲς τῶν οὐρανοπολιτῶν ἁγίων. Καὶ τὸ ἴδιο Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι στὴ γῆ, στὶς ψυχὲς ὅσων ἀγαποῦν τὸν Θεό.

Ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ ὅλοι οἱ οὐρανοὶ βλέπουν τὴ γῆ, ἀκοῦν τὶς προσευχές μας καὶ τὶς προσφέρουν στὸν Θεό.

Ὁ Κύριος εἶναι ἐλεήμων, αὐτὸ τὸ γνωρίζει ἡ ψυχή μου, ἀλλὰ δὲν μπορῶ νὰ τὸ περιγράψω. Εἶναι ὑπερβολικὰ πράος καὶ ταπεινός, καὶ ὅταν Τὸν δεῖ ἡ ψυχή, τότε ἀλλάζει καὶ γεμίζει ἀπὸ ἀγάπη γιὰ τὸν Θεὸ καὶ τὸν πλησίον καὶ γίνεται καὶ ἡ ἴδια πραεία καὶ ταπεινή. 

Ἀλλ᾿ ἂν χάση ὁ ἄνθρωπος τὴ χάρη αὐτή, τότε θὰ κλαίει σὰν τὸν Ἀδὰμ μετὰ τὴν ἔξωσή του ἀπὸ τὸν παράδεισο. Ὀδυρόταν ὁ Ἀδὰμ καὶ ὅλη ἡ ἔρημος ἄκουγε τοὺς στεναγμούς του. Ἔχυνε δάκρυα πικρὰ ἀπὸ τὴ θλίψη γιὰ πολλὰ χρόνια.

Ἔτσι καὶ ἡ ψυχὴ ποὺ γνώρισε τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ καὶ μετὰ τὴν ἔχασε, πονᾶ γιὰ τὸν Θεὸ καὶ λέει:

«Διψᾶ ἡ ψυχή μου τὸν Κύριο καὶ Τὸν ἀναζητῶ μὲ δάκρυα».

Ὅσιος Σιλουανὸς ὁ Ἀθωνίτης

Πηγή: ἐδῶ 


Πέμπτη 22 Σεπτεμβρίου 2022

Νὰ φέρουμε πάντοτε μαζί μας τὸν τίμιο σταυρό - Ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος Καντιώτης

 


 

Ἐμεῖς νὰ κάνουμε μὲ πίστι 

τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ. 

Νὰ φέρουμε πάντοτε μαζί μας 

τὸν τίμιο σταυρό. 

Νὰ σηκώνουμε μὲ ὑπομονὴ  

καὶ χαρὰ τὸ σταυρό μας, 

τὸ σταυρὸ τῆς συγκρούσεως 

μὲ τὸν κόσμο καὶ τὸ φρόνημά του. 

Μὲ τὸν σταυρὸ νὰ βαδίζουμε. 

Ἔτσι τέλος θὰ νικήσουμε 

καὶ θʼ ἀποδείξουμε, ὅτι 

ὁ Χριστὸς ζῆ καὶ βασιλεύει 

εἰς τοὺς αἰῶνας· ἀμήν.  

 

Ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος Καντιώτης

Πηγή: Κυριακὴ σύντομον κήρυγμα, Ἐπισκόπου Αὐγουστίνου Καντιώτου, «Σηκώνεις τὸν σταυρό σου;» ἀπόσπασμα,  σελ. 2. 

 

 

Τρίτη 20 Σεπτεμβρίου 2022

Πρὸς τοὺς νέους - Ἀρχιμανδρίτης π. Σεραφείμ Δημόπουλος

 



 

Ἡ νεότητα εἶναι μία μικρή περίοδος εἰς τήν ζωή τοῦ ἀνθρώπου. Ἕνα μικρό χρονικό διάστημα 6-8 ἐτῶν, ἔπειτα ὁ ἄνθρωπος εἰσέρχεται εἰς τήν ὥριμη ἡλικία τῆς ζωῆς του.


Ὅμως ἀπό τόν τρόπο πού θά ζήση αὐτό τό μικρό κομμάτι τῆς ζωῆς του ἐξαρτᾶται ὁλόκληρος ἡ ζωή του. Ἐάν ζήση μέ σύνεση, ὑπευθυνότητα καί ἀνωτερότητα τήν νεότητα του θά εἶναι ἕνας ἐπιτυχημένος ἄνθρωπος. Ἐάν ζήση τό μικρό αὐτό κομμάτι τῆς ζωῆς του μέσα στίς κατώτερες ἀπολαύσεις, πού μόνο πόνο καί θλῖψι φέρνουν, ὅλη ἡ ζωή, ὅλα τά χρόνια του χρωματίζονται καί σφραγίζονται καί εἰς τό τέλος βλέπει τήν ζωή του εἶναι φοβερό ἀποκρουστικό σωρό ἐρειπίων καπνιζόντων.


Γιά νά χρησιμοποιήσω τά λόγια τοῦ Φρανσουά Μωριάκ. Ἡ νεότητα εἶναι ἕνα τρικυμισμένο ἀκρωτήρι. Ὑπάρχει ὁ κίνδυνος κάθε πλοιάριο πού παραπλέει αὐτό τό τρικυμισμένο ἀκρωτήρι νά ἁρπαχθῆ ἀπό τά κύματα καί νά καταθρυμματισθῆ στούς γρανιτένιους βράχους. Χρειάζεται πολύ προσοχή, πολλή ἐπιδεξιότητα νά περάσης τό τρικυμισμένο αὐτό ἀκρωτήρι χωρίς νά συντριβῆς. Δέν ὑπάρχει ὡραιότερο ἀπό τή νεότητα. Οἱ ἀγριόκυκνοι στό δάσος τῆς ζωῆς, τούς λέγει ὁ ποιητής Σέλεϋ καί ὁ παδαγωγός Πεσταλότσι τούς ἀποκαλεῖ «ἐλπίδα τοῦ Θεοῦ».


Ἕνα σπίτι μπορεῖ νά εἶναι ἕνα μικρό παλάτι. Τά δωμάτιά του νά στολίζονται ἀπό πίνακες διασήμων ζωγράφων. Τά ἔπιπλά του, ἔπιπλα πολυτελείας. Ἡ τελευταία λέξη τῆς τεχνολογίας νά ὑπάρχη σ ̓ αὐτό. Στόν κῆπο του μέ τό ὡραῖο ἀρχιτεκτονικό νά ἀνθοῦν τροπικά λουλούδια ἀπό τίς πιό ἀπομακρυσμένες χῶρες τῆς γῆς.


Ἀλλά τί χάρη καί ζωντάνια ἔχουν ὅλα αὐτά ὅταν λείπουν τό γέλιο τοῦ παιδιοῦ, ἡ καλωσυνάτη φασαρία του, τά παιχνίδια του καί οἱ ἀθῶες του τρέλλες; Τόν τόνο καί τό χρῶμα τῆς ὀμορφιᾶς εἰς τήν ζωή τό δίδουν τά νειάτα.


Τό γνωρίζει πολύ καλά αὐτό ὁ διάβολος. Γνωρίζει ὅτι ἐάν ἐπιτύχη νά ξεγελάση τούς νέους καί νά τούς παρασύρη εἰς τούς σκοτεινούς του δρόμους ἐπέτυχε τοῦ στόχου του. Νά καταστρέψη, νά ἀφανίση τό ἀνθρώπινο γένος. Γι ̓αὐτό καί ναρκοθετεῖ τούς δρόμους τῶν νέων. Γι ̓ αὐτό καί τούς στήνει τίς πιό πονηρές του παγίδες. Γι ̓ αὐτό καί τούς πολεμάει μέ ὑπομονή καί ἐπιμονή. Δέν ἀποθαρρύνεται ποτέ. Δέν ἀπογοητεύεται. Πάντα ἐλπίζει ὅτι κάτι θά ἐπιτύχη.


Τό δηλητήριο τό παρουσιάζει μέ τήν γλυκύτητα τοῦ μελιοῦ. Τόν θάνατό σου τόν παρουσιάζει μέ τά ἀστραφτερά ροῦχα τῆς ζωῆς.


Ὁ Ἐσκιμῶος γιά νά σκοτώση τόν λύκο πού τοῦ τρώγει τά πρόβατα χρησιμοποιεῖ τό ἑξῆς τέχνασμα. Παίρνει ἕνα δίκοπο κοφτερό μαχαίρι καί τό ἀλείφει μέ αἷμα, τό ἀφήνει νά ξεραθῆ. Ἔπειτα τό ἐπαναλείφει, δύο καί τρεῖς φορές. Τό κρύβει κατόπιν στό χιόνι μέ τήν κοφτερή λεπίδα πρός τά ἐπάνω. Ὁ λύκος ἀγαπάει πολύ τό αἷμα καί ἔχει ὀξυτάτη ὄσφρηση. Μυρίζεται τό αἷμα καί ἀρχίζει νά γλύφη τίς κοφτερές λεπίδες τοῦ μαχαιριοῦ. Ἔτσι ὅπως μέ ἀπληστία τίς γλείφει, σιγά σιγά κόβεται ἡ γλῶσσα του. Ὅμως δέν σταματάει. Γλείφει, γλείφει, ἕως ὅτου ἀποκοπεῖ ἡ γλῶσσα του, ὁπότε καί σέ λίγο χρόνο ψοφάει. Τήν ἴδια τακτική χρησιμοποιεῖ καί ὁ διάβολος. Ἑλκύει, δένει, αἰχμαλωτίζει τούς νέους μέ τήν γλυκύτητα τῶν ἡδονῶν, ἕως ὅτου τούς θανατώσει. Πρόσεχε λοιπόν. Ἔχε ἀνύστακτο τό βλέμμα τῆς ψυχῆς σου ἐπάνω εἰς τήν ζωή σου διά νά μήν πάθης ἀπό τόν διάβολο, ὅ,τι ὁ λύκος μέ τό δίκοπο κοφτερό μαχαίρι τοῦ Ἐσκιμώου.


Ὁ Θεός ἀπό τούς κυβερνῆτες τῶν λαῶν ἀπαιτεῖ νά κυβερνοῦν μέ δικαιοσύνη, νά ἐπιδιώκουν τήν εἰρήνη, νά τονώνουν τούς θεσμούς πού συσφίγγουν τούς ἁρμούς τοῦ σώματος τῆς κοινωνίας, τοῦ συνόλου. Ἀπό τούς πλουσίους ζητάει νά εἶναι σπλαγχνικοί καί ἐλεήμονες εἰς τούς πτωχούς. Ἀπό τούς ἱερεῖς ζητάει νά φοβοῦνται τόν νόμο του καί νά ἀγαποῦν τούς πιστούς. Ἀπό τούς παιδαγωγούς νά δείχνουν εἰς τούς νέους τούς φωτεινούς χώρους τῶν ἰδανικῶν, τίς ὑψηλές κορυφές τοῦ πνεύματος, πού στολίζονται ἀπό αἴγλη ἀνεσπέρου φωτός. Ἀπό τούς νέους ὁ Θεός ζητάει ἕνα καί μόνον πρᾶγμα. Νά παραμένουν ἁγνοί. Νά προσέχουν τόν θησαυρό τῆς ἁγνότητος. Γι ̓ αὐτό καί ὁ Παῦλος σέρνοντας τίς βαρειές ἁλυσίδες του, γράφει ἀπό τίς φυλακές τῆς Ρώμης πρός τόν Τιμόθεο. «Σεαυτόν ἁγνόν τήρει». 


Τίποτε ἄλλο δέν ζητάει ἀπό τούς νέους. Ὅταν ὁ νέος διατηρεῖται ἀμόλυντος ἀπό τά μιάσματα τοῦ αἰῶνος τούτου, ἐτήρησε ὅλη τήν θεία νομοθεσία.


Ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός εἶχε δώδεκα μαθητές. Ὁ πιό ἀχρεῖος ἦταν ὁ Ἰούδας. Ὁ ἀνάλγητος, ὁ ἀσυγκίνητος, ἀπ ̓ὅσα εἶδε καί ἄκουσε. Ὁ πιό τρυφερός, ὁ πιό πιστός, ὁ πιό ἀγαπημένος ἦταν ὁ Ἰωάννης. Ἦταν ἕνας νεαρός εἰκοσάχρονος ξανθός νέος. Ἀγάπησε τόν Κύριο μέ ὅλη τήν δύναμη τῆς ψυχῆς του. Δέν ἀπομακρύνθηκε ποτέ ἀπό αὐτόν. Δέν τόν ἐγκατάλειψε ποτέ. Σ ̓ ὅλες τίς ὀδυνηρές φάσεις τοῦ πάθους του ὁ Ἰωάννης ἦταν παρών. Παρών στή Γεσθημανή, στά ἀνάκτορα τῶν ἀρχιερέων, στό Διοικητήριο τοῦ Πιλάτου, στόν Γολγοθᾶ, στήν πτωχή κηδεία, στόν τάφο. Ἕνα λεπτό δέν τόν ἀποχωρίζεται. Καί ἐσύ ἐάν θέλης νά ἐπιτύχης εἰς τήν ζωή σου, μιμήσου τόν Ἰωάννη. Ἀγάπησε μέ μιά τρυφερή ἀγάπη τόν Ἰησοῦν Χριστόν. Ἀγάπησέ τον «ἐξ ὅλης ἰσχύος, καρδίας καί διανοίας». Καί δέν θά μετανοήσης ποτέ γι ̓ αὐτό. Θά βλέπης τήν ζωή σου νά ὑψώνεται ὡσάν μιά ἐλιά κατάκαρπη, γεμάτη ζωή καί χυμούς. Διότι ὅπως λέγει ὁ Παῦλος «θεμέλιον ἄλλον (ἐπιτυχημένης ζωῆς), οὐδείς δύναται θεῖναι παρά τόν κείμενον, ὅς ἐστίν Ἰησοῦς Χριστός».

 

Ἀρχιμανδρίτης π. Σεραφείμ Δημόπουλος

Πηγή: logos.arnion.gr

 

Δευτέρα 19 Σεπτεμβρίου 2022

Τί σημαίνει ἁμαρτία - π. Ἀθανάσιος Μυτιληναῖος

 


 

Τί σημαίνει ἁμαρτία; 

Εἶναι ἡ παράβαση τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ. 

Οἱ ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ μᾶς φέρουν ἀπὸ τὸ παρὰ φύσιν ποὺ ζοῦμε, μᾶς φέρουν στὸ κατὰ φύσιν. Καὶ ἐξ αὐτοῦ εἰς τὸ ὑπὲρ φύσιν. 

Ὁ Ἀδάμ εἰς τὸν Παράδεισον ζοῦσε τὴ ζωὴ κατὰ φύσιν, ὅπως ὁ Θεὸς ἐδημιούργησε τὰ πράγματα.  

Μὲ τὴν πτώση του ὅμως, πέρασε εἰς τὸν χῶρον του παρὰ φύσιν.  

Ἔτσι, ἔρχεται παρακαλῶ ὁ Χριστὸς νὰ μᾶς ἐπαναφέρει ἀπὸ τὸ παρὰ φύσιν εἰς τὸ κατὰ φύσιν.



 

π. Ἀθανάσιος Μυτιληναῖος

 

Πηγή: alopsis.gr  

 

 


Σάββατο 10 Σεπτεμβρίου 2022

Πῶς νὰ εἶναι ὁ ἀληθὴς θεολόγος - Ὅσιος Δανιήλ Κατουνακιώτης

 


Ἐπιστολή πρός τόν φοιτητή Γεώργιο Παπαγεωργιάδη· γιά τό πῶς νά εἶναι ὁ ἀληθής θεολόγος 

Στόν ἀγαπητό μου κ. Γεώργιο, εὔχομαι ἀπό ψυχῆς 

Ἀφοῦ διεξῆλθα μέ ζωηρό ἐνδιαφέρον καί ἄπλετη πνευματική θυμηδία τό γενικό περιεχόμενο τῆς τελευταίας σου ἐπιστολῆς, πού εὑρίσκεται στά χέρια μου, καί ἀφοῦ διεπίστωσα τίς ἀγαθές σκέψεις καί τούς διαλογισμούς σου, πλήρεις συνέσεως  καί εὐλαβείας, ἐπήνεσα πάρα πολύ τήν σύνεσή σου, καταβρέχοντας τήν ἐπιστολή σου μέ πατρικά δάκρυα. 

Ἐπαινῶ, καθώς ἀξίζει, τόν χριστιανικό καί εὐαγγελικό ζῆλό σου καί τήν ἐπαγρύπνηση τήν ὁποίαν ἔχεις γιά τόν μελλοντικό σου βίο, περί τοῦ ὁποίου εὔχομαι καί πάντοτε θά εὔχομαι, ἄν καί ἀνάξιος, νά ἀποβῆ ἀποδοτικός καί σωτήριος. 

Ἔχεις δίκιο, ἀγαπητέ μου Γεώργιε, νά λυπεῖσαι πολύ, βλέποντας τή γενική ψυχρότητα καί ἀδιαφορία πού ἔχουν οἱ περισσότεροι Ἱεροσπουδαστές, διότι δέν ἀντιλαμβάνονται τό ὕψος τῆς ἀποστολῆς τους, τῆς ὁποίας ὁ σκοπός ὡς ἐπί τό πλεῖστον παραμορφώθηκε. Καί, ἐνῷ κατά κοινή ὁμολογία, ὅλες οἱ προσπάθειες τῆς τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας καί τοῦ Γένους μας συμφωνοῦν πρός αὐτό καί τό κηρύττουν, ὅτι δηλαδή οἱ ἀπόφοιτοι Ἱεροσπουδαστές τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς πρέπει νά ἐργασθοῦν ὑπέρ τῆς Ἐκκλησίας καί νά ἀναφανοῦν καί μέ τά λόγια καί μέ τά ἔργα γνήσιοι ἀκόλουθοι πάνω στά ἴχνη τῶν διασήμων διδασκάλων τῆς Ἐκκλησίας, ὅμως ἀπ’ ἐναντίας βλέπουμε μέ λύπη ὅτι παραβλέπεται ὁ κύριος σκοπός τοῦ προαναφερθέντος προορισμοῦ καί ἀντί γιά τό κέρδος τῶν καρπῶν τό ὁποῖο προσδοκοῦμε, συναντᾶμε ὅλα τά ἀντίθετα. 

Ἐάν μέ πολλή προσοχή καί διεισδυτική ἔρευνα ἐξετάσουμε ποῦ στηρίζεται ὁ κλάδος τῆς Θεολογίας καί πῶς πρέπει νά καταγίνεται μέ αὐτόν ἐκεῖνος πού πρόκειται νά θεολογήσει, θά δοῦμε μέ δέος καί, ταυτόχρονα, μέ ἔκπληξη ὅτι ὁ κλάδος αὐτός δέν στηρίζεται σέ κάποια ἁπλῆ φυσική ἐπιστήμη ἤ τέχνη, ἀλλά σέ κάποιο ἄλλο ἀντικείμενο [ἐρεύνης], τό ὁποῖο δωρίζεται μόνον σέ ἐκείνους οἱ ὁποῖοι ἐπέλεξαν τήν ἐνάρετη βιοτή καί σήκωσαν μέ μέγιστη αὐταπάρνηση τόν Σταυρό τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ, γινόμενοι τύπος καί ὑπογραμμός γιά τούς λοιπούς Χριστιανούς καί τούς νεοφωτίστους. Ὄντας δέ τέτοιοι, ὀφείλουν νά ἐκριζώνουν ἀπό τόν ἑαυτό τους κάθε φιληδονία καί ἰδιοτέλεια καί νά ἐξασκοῦν κάθε εἶδος ἀρετῆς, ὥστε νά γίνουν ὄντως ἐκλεκτά σκεύη τοῦ Παναγίου Πνεύματος καί νά ἀναφανοῦν εὐαγγελικοί φωστῆρες στόν ὁρίζοντα τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ. 

Χωρίς τά πλεονεκτήματα αὐτοῦ τοῦ εἴδους, εἶναι ἀδύνατον αὐτός πού θεολογεῖ νά ἐπιτύχει στήν ἀποστολή του καί νά μυηθεῖ στήν κατανόηση ὅσων διδάσκει. 

Ὅταν ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς ἀπέστειλε τούς Μαθητές Του στό θεῖο κήρυγμα καί Τούς ἐμπιστεύθηκε τήν ἀποστολή τους ὡς Θεολόγων, Τούς ἐπεσήμανε ρητῶς τά ἑξῆς: «Ἔτσι νά λάμψει τό φῶς σας μπροστά στούς ἀνθρώπους, ὥστε νά δοῦν τά καλά σας ἔργα ...» [12]. Εἶδες, ἀγαπητέ μου, «τά καλά ἔργα», λέγει. Καί πάλι σέ ἄλλο σημεῖο διακήρυξε: «Αὐτός πού μέ ἀγαπᾷ θά τηρήσει τίς ἐντολές μου καί σέ αὐτόν θά ἐμφανίσω τόν Ἑαυτόν μου» [13]. Συνεπῶς, δίχως τήν τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ, ὁ Θεός δέν μᾶς ἐμφανίζεται, καί καθώς δέν μᾶς ἐμφανίζεται, εἶναι ἀδύνατον νά θεολογήσει ἐπαξίως ἐκεῖνος πού θεολογεῖ, ἀκόμη κι ἄν εἶναι μύριες φορές σοφός. 

Μέ ἕνα λόγο, αὐτός πού προτίμησε τήν ἐκμάθηση τῆς Θεολογίας, ὀφείλει ἀπό καθῆκον νά ἐξασκεῖ τήν ὁδό τῆς ἀρετῆς, τήν ὁποίαν μελλοντικῶς θά διδάξει, καί νά ἀσκεῖ χωρίς παρέκκλιση τό ὑψηλό του ἐπάγγελμα, δίχως νά ἀποβλέπει οὔτε στήν ἐπίτευξη τῆς κούφιας ἀσήμαντης δόξας, οὔτε σέ κάποια κερδοσκοπικά μέσα, οὔτε στόν κορεσμό καί τήν ἱκανοποίηση τῶν παθῶν· καί τότε θά δεῖ τούς ἀειθαλεῖς καρπούς τού κηρύγματός του νά ὑπερπληθύνονται. Αὐτή τήν ταπεινή μου ἀντίληψη ἐπικυρώνει ἐπιπροσθέτως, ἄν δέν ἀπατῶμαι, ὄχι μόνον ἡ φύση τῶν πραγμάτων, ἀλλά καί ἡ φύση τῆς ἀληθείας, ἡ ὁποία καταδεικνύεται ἀπό τήν ἱστορική βιογραφία τῶν φωστήρων καί διδασκάλων τῆς Ἐκκλησίας. 

Ὅσον ἀφορᾷ δέ σέ κάποιους, ὀλιγάριθμους, οἱ ὁποῖοι πολιτεύονται εὐσυνειδήτως, οἱ ὁποῖοι ἔχουν μέν τήν διάθεση νά ἐργασθοῦν ὑπέρ τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως λέγετε, ἀλλά, προσέχοντας τήν σημαντική ἀντίδραση ὅσων φρονοῦν ἀντίθετα, φοβοῦνται καί τρόπον τινά ἀπορρίπτουν τήν ἔναρξη τοῦ καλοῦ, φοβούμενοι καί ὑπολογίζοντας τήν πιθανότατη ἀσυμφωνία, δέ πρέπει γι΄ αὐτό νά δυσανασχετεῖτε καί νά λυγίζετε, διότι ὁ Πανάγαθος Θεός μέσῳ ὀλιγαρίθμων δούλων Του ἐκπληρώνει τίς ἀποφάσεις Του. 

Ἐάν, ἀγαπητέ μου, ἡ δομή τῆς Ἐκκλησίας ἦταν, ὅπως ἤδη εἴπαμε, φυσική καί ἐκυβερνᾶτο μέ φυσικές ἐπινοήσεις, τότε θά εἴχατε μέγα δίκιο νά στενοχωρεῖσθε καί νά διακατέχεσθε ἀπό ἀμηχανία καί λύπη. Ἀλλά ἐμεῖς βλέπουμε ὅτι ἡ Ἐκκλησία τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ οὔτε στερεώθηκε ἀπό τά πολλά καί ἰσχυρά μέσα, οὔτε πτοήθηκε ἤ νικήθηκε ἀπό τίς ἀντιδράσεις τῶν ἀντιθέτων. 

Ποιός ἀπό τούς πιστούς καί εὐσεβεῖς ὑπηρέτες τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ μπορεῖ νά ἀρνηθεῖ ὅτι ἡ Πίστη Του μέ παράδοξο τρόπο οἰκοδομήθηκε καί στερεώθηκε ἀπό δώδεκα ἀγράμματους, ἄοπλους, ἀπροστάτευτους, ἀδύνατους καί ἄπορους Ἀποστόλους καί Μαθητές; Αὐτοί ὄντας ἔτσι, μέ ποιά ὅπλα καί ἰσχυρά μέσα καί φυσικές δυνάμεις ἤ χρηματικούς πόρους νίκησαν ἰσχυρούς βασιλεῖς καί ἀτίθασους σατράπες καί ἐπέστρεψαν στή θεογνωσία ἀπειράριθμα ἔθνη; 

Ὅταν ὁ Προφήτης Δανιήλ σπούδαζε μαζί μέ τούς λοιπούς ὑποτρόφους τοῦ βασιλέως Ναβουχοδονόσορος, γιατί, ἐνῷ ὑπαγόταν στήν ἴδια μέ τούς συσπουδαστές του φιλοσοφική παιδεία, ἔγινε ὅμως σοφότερος ἀπό αὐτούς καί ἐπέλυσε τά δυσνόητα ὄνειρα τοῦ βασιλέως, τά ὁποῖα ἐκεῖνοι ἀγνοοῦσαν; Γιατί ἐπακολούθησε σέ αὐτόν ἡ τόσο πολλή δόξα; Τό γνωρίζουμε ὅλοι, ὅτι τοῦ προσετέθη, ὡς συνέπεια τῆς θεοσεβείας του καί τῆς ἐνάρετης πολιτείας του. 

Ἐπίσης, καί ὁ Μέγας Βασίλειος καί ὁ θεῖος Χρυσόστομος: μήπως καί αὐτοί φοιτώντας στή Σχολή καί σπουδάζοντας μαζί μέ ἀσεβεῖς δέν ἄκουγαν κάθε μέρα πάρα πολλά ἀσεβῆ καί παράνομα καί, τό χειρότερο, ὅτι καί οἱ διδάσκαλοί τους ἦταν εἰδωλολάτρες καί ἐπικούρειοι φιλόσοφοι; Ὅμως, ἀποβλέποντες στήν ὠφελιμότητα τῆς ἀληθοῦς χριστιανικῆς φιλοσοφίας καί διατηρώντας στενῶς τίς πατρικές παραδόσεις, ἔγιναν οἰκουμενικοί κήρυκες καί ἐγκωμιάζονται τώρα ἤδη ἀπό ὅλους ὑπερβολικῶς. 

Αὐτά ἔχοντας ὑπ΄ ὄψιν, ἀγαπητέ μου Γεώργιε, καί αὐτούς μιμούμενος σέ ὅλα, τρέχε τόν προκείμενον ἀγῶνα τῆς ἀρετῆς. Ὅλη ἡ στόχευσή σου νά εἶναι πῶς νά γίνεις εὐάρεστος στόν Θεό, καί νά ἀποκτήσεις μέσῳ τῆς εὐσυνειδησίας τήν ἀγάπη πρός τόν Θεό καί ἐν συνεχείᾳ θά παρουσιασθοῦν τά ἀγαθά πού ἀκολουθοῦν, χωρίς ἐμεῖς νά γνωρίζουμε τό πῶς. 

Καί ἀπό τώρα, ὅσο τό δυνατόν, νά δεικνύεις στερεή πίστη σέ ὅσα θέσπισε ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, εἴτε μέσῳ τῶν Ἀποστολικῶν Κανόνων καί παραδόσεων, εἴτε μέσῳ τῶν Οἰκουμενικῶν καί Τοπικῶν Συνόδων, μή παραδεχόμενος καθόλου τίς καινοτόμες θεωρίες τῶν νεωτέρων, οἱ ὁποῖοι ἀφοῦ ἀποχαιρέτισαν ἤδη ἀπό πολλοῦ καί τήν συνείδηση καί τήν πρός Θεόν ἀγάπη, διδάσκουν καινούργια δόγματα, σύμφωνα μέ τήν ἀρέσκειά τους, καί ἀντί νά στηρίξουν τούς πιστούς στήν εὐσέβεια, γίνονται ἀνατροπεῖς τοῦ θείου κηρύγματος καί τῆς εὐσεβείας. 

Νά συνεχίζεις μέ προθυμία τίς σπουδές σου, ἀποταμιεύοντας μέσα σου κάθε τι χρήσιμο καί ὠφέλιμο, ἀλλά τά ἔξωθεν εἰσαγόμενα φρονήματα νά τά ἀποφεύγεις ὡς θανατηφόρο δηλητήριο. 

Πρόσεχε βέβαια πάρα πολύ ἀπό τίς διαμάχες καί τίς φιλονεικίες ὅσων ἔχουν ἀντίθετα φρονήματα, διότι αὐτῶν χαρακτηριστικό εἶναι τό νά στηρίζουν τήν ἐσφαλμένη τους δοξασία πάνω σέ γελοῖα καί σοφιστικά ἐπιχειρήματα. Αὐτούς, σύμφωνα μέ τόν θεοκήρυκα Παῦλον, «μετά ἀπό πρώτη καί δευτέρα νουθεσία» [14] ἀπόφυγέ τους.  

Γιά νά φανερωθεῖς δέ ὡς γνήσιος ἀπόγονος καί ὀπαδός τῶν Μεγάλων Διδασκάλων τῆς Ἐκκλησίας, ὀφείλεις καθημερινῶς νά διέρχεσαι μόνος σου καί τά ἱερά  συγγράμματα καί τίς ἠθικές διδασκαλίες τους, ἀλλά καί τίς ἑρμηνεῖες τους, τά ὁποῖα θά ἀναζωπυρώσουν τήν αἴσθησή σου καί θά σέ ἀναγάγουν σέ ὑψηλότερη σφαῖρα διανοητικῆς ἀναπτύξεως, ἡ ὁποία ἔρχεται καί προστίθεται στόν πιστό καί φιλόθεο ἄνθρωπο, ἀρρήτως καί μέ τρόπο ὑπέρλογο. 

 

Ὁ πνευματικός σου Πατήρ

Δανιήλ Μοναχός Κατουνακιώτης 

Στά Κατουνάκια τοῦ Ἁγίου Ὄρους τήν 23η Φεβρουαρίου 1902

 

Πηγή:  impantokratoros.gr/3CE0BA2E.el.aspx